γράφει ο Κώστας Ζαφείρης
Ξαναείδα τις προάλλες μια παλιά κι αγαπημένη ταινία το Hustler (ε.τ. «Ο κόσμος είναι δικός μου») του Ρόμπερτ Ρόσσεν (1961). Τη συνιστώ ανεπιφύλακτα, θα αναφερθώ σε μια μόνο σκηνή. Εκεί όπου ο πρωταγωνιστής (Πολ Νιούμαν) αριστοτέχνης του μπιλιάρδου παίζει έναν πολύωρο αγώνα με θηριώδη στοιχήματα απέναντι σε ισάξιο αντίπαλο. Σε μια στιγμή αναφωνεί «θα τον νικήσω, αλλά ακόμα κι αν με νικήσει, εγώ ξέρω ότι είμαι καλύτερος». Τη στιγμή εκείνη ο πρωταγωνιστής διαπράττει Ύβρη, όπως την μάθαμε στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Κι ακολουθεί η βασανιστική του πτώση μέχρι την τελική κάθαρση. Δεν θα σας πω περισσότερα, για να μην χαλάσω την αγωνία προς το φινάλε.
Μεταφέρω αυτό το κινηματογραφικό παράδειγμα στην κεντρική πολιτική σκηνή της χώρας μας.
«Αν καταλαβαίνετε τι ψηφίζετε, καλώς. Αλλά αν δεν καταλαβαίνετε, τότε υπάρχει θέμα γιατί ψηφίσατε ενάντια στην εισήγησή μου» είπε ο Πρωθυπουργός απευθυνόμενος στους συνέδρους του κόμματός του. Αμφισβητούσε ευθέως και από βήματος την αντιληπτική ικανότητα των συνέδρων; Μάλωνε τα άτακτα παιδιά; Επανέφερε στο δρόμο της αρετής τους παραστρατημένους; Προειδοποιούσε για αυστηρές κυρώσεις όσους ψήφισαν ενάντια στην εισήγησή Του; Το πιθανότερο, όλα αυτά μαζί. Και οι σύνεδροι; Συνετίστηκαν και (ξανα) ψήφισαν, αφού άκουσαν δυο τοποθετήσεις υπέρ και κατά σα να έστηναν την μπάλα στο πέναλτι, σύμφωνα με τη θέληση του ηγέτη.
«Πήρα τρία πτυχία σε εφτά χρόνια» καμάρωνε σαν το παγώνι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ίδιος που χωρίς να αντιλαμβάνεται το γελοίο του πράγματος δήλωνε κομπάζοντας πολιτικός κρατούμενος της δικτατορίας σε ηλικία 6 μηνών! Ο ίδιος που διακινεί την εικόνα του αυτοδημιούργητου, του δυνατού βιογραφικού, όσο κι αν ανήκει σε ένα από τα παλιότερα και μεγαλύτερα πολιτικά τζάκια της χώρας. Το οποίο τζάκι, παρεμπιπτόντως, σιτίζεται εδώ και χρόνια από το δημόσιο (πατεράδες, αδερφές κι ανίψια) , αυτοί οι ένθερμοι θιασώτες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Και τα δυο παραδείγματα, αλλά μπορούμε να βρούμε πολλά περισσότερα και για άλλους πρωταγωνιστές του πολιτικού βίου και όχι μόνο, έρχονται κι αγγίζουν τη φράση της ταινίας που αναφέραμε στην αρχή. «Είμαι καλύτερος, είμαι πιο άξιος, ό,τι και να γίνει, ό,τι κι αν νομίζουν οι άλλοι». Πόση οίηση, πόση έπαρση, πόση κούφια σιγουριά, πόση αλαζονεία. Ύβρις.