του Βαγγέλη Χαρίτου
Μιλάνε μια γλώσσα που’ ναι παρακλάδι Σλαβικό, με πολλά Τούρκικα και Ρωμέικα στοιχεία […] Τούτοι εδώ μιλάνε μια γλώσσα που την καταλαβαίνουν και οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι. Τους πρώτους τους μισούνε, γιατί τους πιλατεύουν και τους μεταχειρίζονται για Βούλγαρους. Και τους Βούλγαρους τους μισούνε, γιατί τους πήραν τα παιδιά στον πόλεμο. […] -Πρώτα μου τα πήραν οι Σέρβοι. Τα κατέβασαν από το κάρο, τάδειραν και μου τα πήρανε. Είστε Σέρβοι, φώναζαν, γιατί δε θέλετε να πολεμήσετε το Βούλγαρο; Κατόπι ήρθαν μαζί με τους Γερμανούς οι Βούλγαροι. Είστε Βούλγαροι, φώναζαν. Μπρος να πολεμήσετε το Σέρβο. Και άιντε ξύλο, και άιντε φυλακή.
Στρατής Μυριβήλης Η Ζωή εν Τάφω
Στο παραπάνω απόσπασμα, ο συγγραφέας αναφέρεται στους κατοίκους ενός χωριού, της Βελούζινας, περιοχής Μοναστηρίου, στο σπίτι των οποίων έμεινε ο πρωταγωνιστής του βιβλίου ως τραυματίας κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν είναι άλλοι από τους κατοίκους της σημερινής Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Η Γιουγκοσλαβία, ιδρύθηκε μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο από εδάφη της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και του Βασιλείου της Σερβίας. Αρχικά χωρίστηκε σε οκτώ επαρχίες, που χοντρικά σχετίζονταν με τις εθνότητες που απάρτιζαν το νέο κράτος. Το 1929 για να περιοριστούν οι εθνικισμοί, χωρίστηκε σε δέκα περιφέρειες (μπανόβινα), που έλαβαν το όνομα του ποταμού που τις διέσχιζε. Έτσι η Σερβία έγινε Μπανόβινα του Δούναβη και Μπανόβινα του Μοράβα, Μπανόβινα της Ζέτα το Μαυροβούνιο και Μπανόβινα του Βαρδάρη (Βαρντάρσκα) η σημερινή ΠΓΔΜ. Από τα παραπάνω συμπεραίνεται πως τα περί Βαρντάσκας που διακινούν διάφορες ιστοσελίδες είναι έωλα.
Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Τίτο, διαίρεσε τη χώρα σε έξι σοσιαλιστικές δημοκρατίες (Σερβίας, Σλοβενίας, Κροατίας, Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, Μαυροβουνίου και Μακεδονίας). Η δημοκρατία της Σερβίας περιελάμβανε και δυο αυτόνομες επαρχίες του Κοσσυφοπεδίου και της Βοϊβοδίνας. Το διάστημα αυτό, μέχρι τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας το 1991, για τις Ελληνικές κυβερνήσεις το θέμα της “δημοκρατίας της Μακεδονίας”, ήταν εσωτερικό της γείτονος, ενώ με τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η τότε Ελληνική κυβέρνηση σύρθηκε στο άρμα της Γερμανίας, που ήθελε την αναγνώριση των Σλοβενίας και Κροατίας ως ανεξαρτήτων κρατών, λες και το θέμα δε θα έφτανε στα Σκόπια.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειωθεί πως υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ της ιστορικής Μακεδονίας, που αφορούσε το αρχαίο Μακεδονικό Βασίλειο και του γεωγραφικού χώρου της Μακεδονίας. Η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας έχει ως νότιο σύνορο το Αιγαίο, δυτικό τα Τέμπη και την Πίνδο, ανατολικό τον ποταμό Νέστο και βόρεια, το όρος Σκάρδος, στα νότια της Σερβίας. Έτσι σήμερα η γεωγραφική Μακεδονία διαιρείται στα εξής κράτη: Ελλάδα, ΠΓΔΜ, Βουλγαρία (η Μακεδονία του Πιρίν), Σερβία και Αλβανία. Επίσης, πρέπει να επισημανθεί, πως όλη η περιοχή της (γεωγραφικής) Μακεδονίας, βρισκόταν επί πολλών αιώνων υπό Οθωμανική κατοχή, γεγονός που ευνόησε την αλληλεπίδραση σε γλωσσικό, πολιτιστικό κλπ επίπεδο των εθνοτήτων της Μακεδονίας. Έτσι λοιπόν, όπως ορθά περιγράφει ο Μυριβήλης στο παραπάνω απόσπασμα, επειδή οι κάτοικοι της περιοχής αυτής βρίσκονταν σε ένα μεταίχμιο, μεταξύ τεσσάρων εθνών (Ελλήνων, Σέρβων, Βουλγάρων, Αλβανών) επηρεάστηκαν από τους γείτονές τους και απέκτησαν έναν ξέχωρο αυτοπροσδιορισμό, ο οποίος ονομάστηκε επί Τίτο ως “Μακεδονικός”.
Σήμερα, είκοσι έξι χρόνια μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας και την υιοθέτηση της ονομασίας Μακεδονία ως Συνταγματική της γείτονος, μετά από συλλαλητήρια και εμπάργκο, βρισκόμαστε στο ίδιο ακριβώς σημείο. Να αναζητείται μια κοινά αποδεκτή ονομασία για τη γείτονα. Ας ελπίσουμε πως δεν θα επαναλάβουμε τα λάθη μας και θα βρεθεί μια κοινή αποδεκτή λύση, που θα οδηγήσει στην εξομάλυνση των σχέσεων των δυο κρατών, μακριά όμως από εδαφικές βλέψεις και ανιστόρητες έως γελοίες προσπάθειες οικειοποίησης ιστορικών γεγονότων και προσώπων.