Αφιερωμένο σε όσους σχεδιάζουν το πρόγραμμα της νέας σχολικής χρονιάς, χαμένοι σε μέρες, ώρες και λεπτά
Κανένας δε μου χαρίστηκε ούτε σήμερα που έχω τα γενέθλιά μου. Από το πρωί τρέχω και μαζί μου τρέχει κι η μαμά, με τη φόρμα εργασίας – αθλητική είναι, αλλά έχω πια καταλάβει γιατί τη λέει έτσι – και τα κλειδιά του αυτοκινήτου στο χέρι. Να με πάει στο σχολείο, να με πάρει απ’ το σχολείο, να με πάει στ’ αγγλικά, να με πάρει απ’ τ’ αγγλικά, να με πάει στο ωδείο κι από κει κολυμβητήριο. Ένας αγώνας δρόμου είναι η ζωή μου.
Ώρα οχτώ, σούρουπο, κι επιτέλους επιστρέφουμε σπίτι, δυστυχώς για διάβασμα. Ανεβαίνουμε την Παναγή Τσαλδάρη, στρίβουμε δεξιά για Ψυρρή, ευθεία, αριστερά και πάλι δεξιά. Μαμά, προσπεράσαμε τόσα ζαχαροπλαστεία, μια τούρτα για το καλό, μέρα που είναι, δε μου πήρες. Η σκέψη μου δεν έφτασε στ’ αυτιά της. Ίσως καλύτερα. Αν άκουγε αυτά, θα ακούσει και τα επόμενα και μετά θα τ’ ακούσω για τα καλά κι εγώ. Δε θέλω να μπω στο σπίτι και να καθίσω πάνω από ένα βιβλίο. Θα ’θελα, μόλις ανοίξω την πόρτα, ν’ ανάψουν τα φώτα ξαφνικά, να δω όλους τους φίλους μου γύρω απ’ το τραπέζι, μπροστά σε μια διώροφη τούρτα-κάστρο με κεράκια αναμμένα γύρω απ’ τη σημαία στο κέντρο της. Να τους πλησιάσω έκπληκτος, να σβήσω τα ολόδικά μου οχτώ κεριά, να μου τραγουδήσουν, να μ’ αγκαλιάσουν, να ρίξουμε καστρόπορτες και τείχη με τα κουτάλια και μετά να παίξουμε για ώρες. Να φύγουν μεσάνυχτα. Να τους καληνυχτίσω αποκαμωμένος από το παιχνίδι. Δε θέλω να γιορτάσω το ερχόμενο Σάββατο. Μη μου προσθέτετε μέρες· θέλω να μεγαλώσω γρήγορα, να γίνω γέρος σαν τον παππού, που πίνει κάθε απόγευμα τον καφέ του ξένοιαστος με την ομήγυρη στην πλατεία Ηρώων. Ξέρω όμως ότι πρώτα πρέπει να μορφωθώ. Δεν έχω αντίρρηση. Κι η μόρφωση δεν είναι παιχνιδάκι, θέλει κόπο – εμένα θα μου πείτε; – και χρήμα. Γι’ αυτό το τελευταίο έχω χάσει τον μπαμπά· τον έχει φάει η δουλειά, όπως έχουν φάει εμάς οι δρόμοι, σε μια πόλη που μας τρώει όλους. Όχι, δεν είναι αγώνας δρόμου η ζωή μας τελικά· είν’ ο χορός του Ζαλόγγου που χορεύουν τα κορίτσια της έκτης κάθε χρόνο στη γιορτή της 25ης Μαρτίου πάνω στη σκηνή. Σαν που κι εμείς καταπέφτουμε ηρωικά μα ξέπνοα, ένας ένας με τη σειρά, κάθε βράδυ στα κρεβάτια μας. Σ’ αυτή την πόλη μου λέτε να αγαπήσω τα βιβλία. Πείτε μου μόνο πώς.