γράφει ο Μιχάλης Ανεζίρης
Αυτή η εμετική ιστορία της δολοφονίας του Ζακ Κωστόπουλου, μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας, ενώπιον πλήθους βουβών κι αμέτοχων μαρτύρων, καταδεικνύει περίτρανα πως τούτη η φάμπρικα της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων στην οποία μας περιέπλεξαν δε μας έκανε φτωχότερους μόνο στο πορτοφόλι, αλλά μας αφαίρεσε εν ριπή οφθαλμού την ανθρωπιά μας, μας μεταμόρφωσε σε κανονικά καθάρματα, με την ενορχηστρωμένη συμβολή σ’ αυτό των μηχανισμών εξουσίας, που επωφελούνται τα μέγιστα απ’ αυτήν την αποκτήνωση. Παραθέτω κάποιες παραμέτρους, που σε άλλες εποχές θα μας αηδίαζαν και θα ενεργοποιούσαν αντανακλαστικά άμεσης αφύπνισης – πλην όμως, σήμερα μοιάζουμε απελπιστικά στο πρόσωπο του τέρατος γιατί το “συνηθίσαμε”, όπως είχε πει προφητικά κι ο μέγιστος Χατζιδάκις:
- Ο “φιλήσυχος νοικοκυραίος”, με την αμέριστη συνέργεια ενός άντρακλα εθνικιστή, θεωρεί άκρως φυσιολογικό να τραμπουκίσει και να ξυλοκοπήσει έως θανάτου κάποιον που απλώς εισέβαλε στον χώρο του και βρίσκεται καταφανώς σε κατάσταση πανικού. Δε χρειάζεται καν να βεβαιωθεί ότι ο νεοεισελθών όντως θέλει να κλέψει – του χαλάνε την “ησυχία, την τάξη και την ασφάλεια”. Κάποτε η αυτοδικία – πάντα προβληματική, αδιέξοδη και καταδικαστέα – στις βεντέτες της Κρήτης ή της Μάνης βασιζόταν τουλάχιστον στο αίσθημα της χαμένης τιμής που προκαλούσε η δολοφονία ενός συγγενούς σου. Τώρα φαίνεται ότι είναι επαρκής δικαιολογία για έναν φόνο ότι κάποιος βρίσκεται μέσα στον χώρο μας, μας αναστάτωσε και μας “έβγαλε από τη ζαχαρένια μας”.
- Δεκάδες άτομα παρακολουθούν από απόσταση αναπνοής, μουγγά, αμίλητα, δίχως να φωνάξουν, να επέμβουν, να βοηθήσουν αυτόν που δολοφονείται, να σταματήσουν αυτούς που τον ξυλοκοπούν μέχρι θανάτου και του πατάνε το κεφάλι πάνω στα σπασμένα γυαλιά!
Η αποκτήνωσή μας, όπως αναδύεται μέσα από την αποδοχή τέτοιων συμβάντων ως περίπου “φυσιολογικών”, μόνο συμπτωματική δεν είναι – αντιθέτως εξυπηρετεί πολλούς και προωθείται αποφασιστικά από μια σειρά φαινομένων:
- με την απελπιστικό εθισμό μας στη βία και στον θάνατο ως “τηλεοπτικά θεάματα”. Όταν τα κανάλια σου σερβίρουν τους νεκρούς των αμέτρητων βαρβαροτήτων του πλανήτη ως ψυχρά νούμερα, ως “παράπλευρες απώλειες”, όταν κι ως νέος ακόμα εθίζεσαι στη συνεχή βία μέσα από το Διαδίκτυο, όπου σκοτώνεις διαρκώς εικονικούς αντιπάλους σε ηλεκτρονικά παιχνίδια που κάνουν θραύση, δεν απέχεις πολύ από το να παρακολουθείς μια δολοφονία μπροστά στα μάτια σου και ν’ αντιδράς ως “αιγυπτιακή μούμια”…
- με την αποθέωση της ιδιώτευσης, του ρητού που διδάσκει: “γύρευε τη δουλειά σου”. Αυτό τρέφεται τα μάλα από την συρρίκνωση πλέον της ζωής μας στο πρώτο επίπεδο, το ζωικό – την ικανοποίηση μετά κόπων και βασάνων των βιολογικών μας αναγκών (“ανάπνεε, φάε, πιες, χέσε, δούλευε απ’ το πρωί ως το βράδυ”). Θες να ικανοποιήσεις και βαθύτερες ανάγκες; Δες τηλεόραση!
- με τη βρωμερή ιδεολογία που αναγορεύει καθετί το διαφορετικό ως “μέγιστο κίνδυνο”, έναντι του οποίου δικαιολογούνται τα πάντα: αυτός που βρίσκεται σε κρίση πανικού, που φωνασκεί μέσα στην γυάλα του μικρόκοσμού μας (στο μαγαζάκι μας, στο σπιτάκι μας) και δε λέει να ησυχάσει, μας “χαλάει την πιάτσα”, είναι αμείλικτος καθρέφτης και της δικής μας κρίσης, του γεγονότος ότι είμαστε μέλη μιας κοινωνίας που νοσεί βαθύτατα: πρέπει να παταχθεί αμείλικτα, να πάψει να υπάρχει, διότι δεν αντέχουμε ούτε να τον βλέπουμε!
- Με τον εκφασισμό που εκκολάπτει η αντιστροφή των ανθρώπινων αξιών και η δημιουργία εικονικών πραγματικοτήτων από τον οχετό των τηλεοπτικών καναλιών. Η Αθήνα παρουσιάζεται ως Σικάγο της εποχής του Αλ Καπόνε, τα Εξάρχεια είναι κέντρο “βίας και ανομίας”, το μέγιστο πρόβλημα της ζωής μας είναι ο Ρουβίκωνας, όχι τα μέτρα με την οποία μας την κάνουνε “χαμοζωή” μέρα με τη μέρα.
- με την απόκρυψη της δράσης και τη σκόπιμη κατασυκοφάντηση, εντέλει, των μοναδικών νησίδων αντίστασης σ’ αυτό το ανατριχιαστικό μοντέλο εκβαρβαρισμού μας: τις συλλογικότητες αλληλεγγύης και κοινωνικοπολιτικής αυτοοργάνωσης. Πέρα από τα πολιτικά προτάγματα της καθεμίας, η ένταξη σ’ ένα “μαζί”, η απόφαση να παλέψεις μαζί με τον άλλον για να διεκδικήσεις ανθρώπινα δικαιώματα και ν’ αντισταθείς στον εφιάλτη που σου σερβίρουν ως μονόδρομο, είναι η μόνη ελπίδα σωτηρίας. Δεν είναι τυχαία λοιπόν η τακτική των καναλιών ν’ αποσιωπούν την ύπαρξή τους ή ν’ αναφέρονται σ’ αυτές βασικά ως φορέα “παρανομίας και διασάλευσης της τάξης”.
Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να διανυθεί η ανηφορική οδός από τον πίθηκο στον άνθρωπο. Φαίνεται ότι νοσταλγήσαμε τον κατήφορο και τον πήραμε κουτρουβαλώντας…