του Μιχάλη Μπάκα
Σε πρόσφατο άρθρο της Ελεάννας Ιωαννίδου, δικηγόρου και μέλους των Οικολόγων Πράσινων, μεταφέρεται η αίσθηση που αποκόμισε από την ομιλία του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Κωνσταντίνου Μενουδάκου, σε εκδήλωση του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, όπου ο κ. Μενουδάκος επικαλείται το έκτακτο των καταστάσεων που ζούμε ως αιτία της «νέας ανάγνωσης» από το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο του Συντάγματος και της νομοθεσίας που προστατεύει το περιβάλλον, το πολυτιμότερο από τα συλλογικά αγαθά.
Σύμφωνα με την Ελ. Ιωαννίδου «Στο σημείο αυτό η δικαιοσύνη αποδέχεται την αρχή του τέλους της ισονομίας. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο, οι καιροί έχουν αλλάξει και απαιτούνται νέες σταθμίσεις έννομων αγαθών. Η προστασία του περιβάλλοντος δεν λογίζεται πλέον ως απόλυτη, αλλά σταθμίζεται ad hoc με την ανάγκη για «ανάπτυξη», όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από την κρατούσα νεοφιλελεύθερη πολιτική ιδεολογία. Η στροφή αυτή δικαιολογήθηκε από την ανάγκη ενίσχυσης της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της χώρας μας, δηλαδή της συμμόρφωσης της χώρας μας με τους δημοσιονομικούς της στόχους, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις των δανειστών της, και προκειμένου να συνεχίσουν τη χρηματοδότησή της.»
Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ στη Χαλκιδική ξεκινά η υλοποίηση της επένδυσης της εταιρίας Ελληνικός Χρυσός, με απαράδεκτες μεθόδους επηρεασμού, εκβιασμού, προβοκάτσιας αλλά και βίας, προκειμένου να εξυπηρετήσει τα πρόσκαιρα συμφέροντα της εταιρίας, καταστρέφοντας το αρχέγονο δάσος στις Σκουριές, τα υπόγεια νερά και υποσκάπτοντας το μέλλον της περιοχής και των επόμενων γενεών.
Την ίδια περίοδο ολοκληρώνεται στα νησιά μας η διαδικασία «διαβούλευσης» για την εγκατάσταση 353 ανεμογεννητριών σε Λέσβο, Χίο και Λήμνο, από την εταιρεία Rokas – Ibedrola και αναμένουμε τη συζήτηση του θέματος στο προσεχές Περιφερειακό Συμβούλιο. Μια επένδυση που σύμφωνα με πολλές υπηρεσίες, πανεπιστημιακούς, επιστήμονες, συλλόγους αλλά και το Δήμο Λήμνου, ξεπερνά τα όρια των νησιών μας και έχει πολλαπλές επιπτώσεις με οικονομικές, κοινωνικές αλλά και περιβαλλοντικές διαστάσεις.
Από κάποιους η επένδυση εμφανίζεται ως «σωτήρια» ενώ ακόμα παραμένει ενεργή η σελίδα της Νομαρχίας Λέσβου μέσα από την περιφέρεια Βορείου Αιγαίου όπου σημειώνεται ότι: «Η προστασία της Λεσβιακής φύσης, είναι σήμερα επιτακτικότερη από κάθε άλλη φορά ενάντια στους κινδύνους που απειλούν την πλούσια χλωρίδα της, όπως είναι η διάνοιξη δρόμων, η δόμηση, η κακώς εννοούμενη τουριστική ανάπτυξη, η αποξήρανση και οικοπεδοποίηση υγροτόπων, η μετατροπή των κορυφών σε “δάση” κεραιών και ΑΠΕ κάθε είδους, οι πυρκαγιές και η υπερβολική βόσκηση ορισμένων περιοχών.» Θα είχε πολύ ενδιαφέρον να ακούσουμε την άποψη του περιφερειάρχη κ. Γιακαλή ή του βουλευτή και πρώην νομάρχη κ. Βογιατζή για αυτή την παράγραφο και ελπίζουμε στο προσεχές περιφερειακό συμβούλιο να μάθουμε τι τους έκανε να παρεκκλίνουν από τη θέση τους αυτή.
Η διαπίστωση του Προέδρου του ΣτΕ έχει πολύ ενδιαφέρον καθώς αποκαλύπτεται ότι και σε νομικό επίπεδο η έκπτωση αξιών σε σχέση με την περιβαλλοντική προστασία γίνεται πλέον απροκάλυπτα. Αυτό ήταν κάτι που σε πολιτικό επίπεδο, εδώ και καιρό αυτό ήταν πολύ εμφανές, ιδιαίτερα στους λειτουργούς της τοπικής αυτοδιοίκησης των νησιών μας. Πόσες και πόσες φορές δεν ακούσαμε το χιλιοειπωμένο, «και εμείς αγαπάμε το περιβάλλον αλλά υπάρχουν άλλες προτεραιότητες» (για σκουπίδια, άναρχη δόμηση, απόβλητα τυροκομείων, παράνομα λατομεία κλπ τώρα πλέον και για τις βιομηχανικές ανανεώσιμες μεγάλης κλίμακας).
Καθώς οι πολίτες έχουν χάσει εδώ και καιρό την εμπιστοσύνη τους στο πολιτικό σύστημα χάνουν και την εμπιστοσύνη τους στη δικαιοσύνη. Σε συνέπεια αυτού του γεγονότος ο κάθε πολίτης αισθάνεται ότι είναι ανυπεράσπιστος και δεν μπορεί να αντιδράσει με κανένα άλλο τρόπο οδηγούμενος σε έναν φαύλο κύκλο βίας (επεισόδια σε Χαλκιδική). Την ίδια ώρα η Χρυσή Αυγή παρουσιάζεται ως 3ο κόμμα στις δημοσκοπήσεις και τα μέλη της αποφασίζουν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους, θεωρώντας ότι πρέπει να τραμπουκίζουν χρησιμοποιώντας όρους αυτοδικίας, εφαρμόζοντας πογκρόμ και ρατσιστικές διώξεις σε όλη τη χώρα. Εκεί θέλουν κάποιοι να οδηγήσουν τα πράγματα; Και ποιος επωφελείται από αυτές τις κοινωνικές συγκρούσεις;
Το ζήτημα είναι ξεκάθαρα θεσμικό και βαθιά πολιτικό. Αν περιμένουμε από οργανωμένες ομάδες να λύσουν τα προβλήματα της κοινωνίας, και μάλιστα με το δικό τους «περί δικαίου» αίσθημα, υποκαθιστώντας την αστυνομία και την δικαιοσύνη, τότε ο νεοφιλελευθερισμός συναντάται επικίνδυνα με τον φασισμό και μάλιστα σε συνθήκες κρίσης. Έτσι η κοινωνική προστασία πεθαίνει συγχρόνως με τη δημοκρατία που έχει ήδη ροκανίσει το κλαδί όπου καθόταν. Είναι προφανές πλέον ότι οι κυβερνώντες αφήνουν τον κοινωνικό αυτοματισμό να λειτουργήσει, γιατί έτσι στρέφουν τη μία κοινωνική ομάδα ενάντια στην άλλη και είναι ευκολότερο να περάσουν τα άδικα και επώδυνα μέτρα τους μέσα στο γενικευμένο κλίμα ανομίας και παρακμής. Μέχρι τώρα μιλάγαμε για κρίση οικονομική και κοινωνική και φοβάμαι πλέον ότι αντιμετωπίζουμε πλέον κρίση του πολιτεύματος και της συνταγματικής νομιμότητας. Είναι προφανές ότι δεν μπορούμε να κρυβόμαστε άλλο πίσω από το δάχτυλο μας και πρέπει όλοι πολίτες, φορείς αλλά και κόμματα να πάρουμε θέση και να αναλάβουμε επιτέλους τις ευθύνες που μας αναλογούν, διαισθανόμενοι τη σοβαρότητα και τον κίνδυνο για τη χώρα.