Οι «Τρεις Μύλοι» και ο άνεμος του χρόνου

0

Το δεύτερο μέρος του αφιερώματος της Στέλλας Τσιροπινά στους Τρεις Μύλους του Βροντάδου

(συνέχεια από το 1ο μέρος)

Ο άνεμος του χρόνου, λοιπόν, φυσώντας ανελέητα, είναι βέβαιο ότι διασκορπίζει τα έργα των παλαιότερων γενεών, κάποτε, μάλιστα, τα εξαφανίζει. Η μνημοσύνη των ανθρώπων όμως; Πώς αντιπαλεύει τον άνεμο αυτό; Πώς καλλιεργεί την ευθύνη και τη συνειδητή στάση απέναντι στο παρελθόν και τα κληροδοτήματά του; Πώς αντιμετωπίζει τη λήθη και την αμνησία της άγνοιας;

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να σας αφηγηθώ παρενθετικά μια μικρή ιστορία που μπορεί να έχει μια απάντηση στα ερωτήματα αυτά: ήταν χειμώνας του 1996, όταν στο πλαίσιο μιας περιβαλλοντικής εξόρμησης με ομάδα μαθητών και μαθητριών του Γυμνασίου Βροντάδου περπατήσαμε μέχρι τον κοντινό στο σχολείο, κουτρουλό -τότε- ανεμόμυλο.

Στο βορινό τοίχο του, αντικρίσαμε τη λέξη «ΠΩΛΕΙΤΑΙ», γραμμένη με μαύρα κεφαλαία γράμματα και από κάτω της ακριβώς έναν αριθμό τηλεφώνου. «Να τον αγοράσουμε, κυρία;…» φώναξαν χαριτολογώντας δυο τρεις μαθητές. Τότε και καθώς βρισκόμασταν κάτω από το σάπιο αξόνι του αλεστικού μηχανισμού, με τα σκουριασμένα σιδερένια δαχτυλίδια του και δυο τρία υπολείμματα αντένας, καθώς μετά μπήκαμε από τη μισάνοιχτη πόρτα  κι αντικρίσαμε τις τεράστιες μυλόπετρες, μετέωρες σχεδόν πάνω από τα κεφάλια μας, σκεφτήκαμε κάτι πιο ουσιαστικό: αν καταφέρναμε να κοιτάξουμε το μύλο διαφορετικά;

1
2
3
4

Ο ανεμόμυλος  δίπλα στο δρόμο, το έτος 1996. ΦΩΤ. : Σ. Τσιροπινά

Αν, από αδιάφοροι διαβάτες ή επιβάτες τροχοφόρων που βλέπουν, χωρίς, όμως, να παρατηρούν, μεταμορφωνόμασταν σε συνειδητούς επίγονους ανθρώπων που μόχθησαν μέσα και γύρω από το μύλο για να θεραπεύσουν τις ανάγκες της ζωής και της κοινωνίας τους; Μήπως, στο όνομα του λαϊκού πολιτισμού και στη μνήμη τόσων και τόσων πετροκόπων, κτιστάδων, μυλομαραγκών, μυλωνάδων, που λείαναν πέτρες, σήκωσαν αξόνια, έσιαξαν δόντια και γρανάζια, χάραξαν μυλόπετρες και κοντράρισαν τον άνεμο με τις φτερωτές των μύλων τους, μήπως, λοιπόν, θα έπρεπε -με βασική επιδίωξη την αναστήλωση των μύλων- να κάνουμε μια γενναία προσπάθεια ώστε να γεμίσουμε τα κενά της γνώσης, που, αποδεδειγμένα, έχουμε εμείς, οι νεότερες γενιές, για όλα αυτά τα ζητήματα της λαϊκής ζωής και οικονομίας ενός πολύ κοντινού παρελθόντος που δεν ήταν παρά το παρόν των πατεράδων και των παππούδων μας;

Έτσι λοιπόν, με μια πολυμελή ομάδα μαθητών και μαθητριών, βάλαμε πλώρη για μία έρευνα που κράτησε τελικά τρία χρόνια και μας αποκάλυψε όλα όσα μέχρι τώρα έχετε διαβάσει, αλλά και πολλά, πολλά ακόμη περισσότερα. Στην πραγματικότητα, μέσα από την καταγραφή μαρτυριών, την απομαγνητοφώνηση συνεντεύξεων, την αναζήτηση φωτογραφικού υλικού, τη φωτογράφηση των ερειπίων, δεν αποκαλύφθηκαν οι χειροπιαστές λειτουργίες ενός συγκεκριμένου κύκλου εργασιών. Πάνω απ’ όλα, ανακαλύψαμε  το βάθος μιας κοινοτικής ζωής, στην οποία οι τόποι, τα επαγγέλματα, οι συνήθειες, οι ψυχές, οι άγιοι και οι άνεμοι υφαίνονταν αόρατα και συνέθεταν ένα τρόπο σκέψης και ζωής που επλήγη συντριπτικά στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, λόγω της ραγδαίας οικονομικής και τεχνολογικής εξέλιξης. Εντός της ζωής αυτής μελωδούσαν ή χώριζαν για λίγο μόνο τα τσανάκια τους ο κάματος, το γλέντι, η προσευχή, ο θρήνος και τα ντόπια ήθη.

Πορτρέτο του μυλωνά Νικολή Κωστάλα
Πορτρέτο του μυλωνά Νικολή Κωστάλα

Oικογενειακή φωτογραφία του μυλωνά Κωστή Κωστάλα
Oικογενειακή φωτογραφία του μυλωνά Κωστή Κωστάλα

Οικογενειακά αρχεία Ευτυχίας Κωστάλα και Μαρίας Λωδάκη (ΠΗΓΗ: Ο κύκλος που έκλεισε…)

Σκωπτικοί στίχοι-ρίμες που συνηθίζονταν μεταξύ μυλωνάδων και πελατών
Σκωπτικοί στίχοι-ρίμες που συνηθίζονταν μεταξύ μυλωνάδων και πελατών

στιγμιότυπο από το μύλο Ανδρεάδη, στο Νεχώρι (ΠΗΓΗ: Ο κύκλος που έκλεισε…)
Στιγμιότυπο από το μύλο Ανδρεάδη, στο Νεχώρι (ΠΗΓΗ: Ο κύκλος που έκλεισε…)

Ήταν ένας κόσμος αδιαίρετος, χωρίς στεγανά ανάμεσα στη γνώση και το μυστήριο, το μυαλό και την πίστη. Ερώτηση με απάντηση, κουβέντα στην κουβέντα, ορθώνονταν μπροστά μας βιώματα και αναμνήσεις, πρόσωπα και ασχολίες, κυρίως όμως η πολυπλόκαμη αγωνία της επιβίωσης, μεγεθυμένη και αδήριτη κάτω από γεγονότα που επέδρασαν σαρωτικά στις ψυχές και τις ζωές των ανθρώπων, όπως το κύμα της Μικρασιατικής προσφυγιάς, η φτώχια, η ξενιτιά και η μετανάστευση, η Ιταλική και η Γερμανική κατοχή, η πείνα. Η έρευνά μας αποδείκνυε περίτρανα ότι ο κύκλος δεν ήταν τελικά μόνον αυτός του σιταριού που γινόταν αλεύρι και στο τέλος ψωμί. Ο κύκλος ήταν πολύ μεγαλύτερος και περιλάμβανε δεκάδες ομόκεντρους κύκλους της λαϊκής ζωής του κοντινού μας παρελθόντος.

Μια μαθήτρια της ομάδας, η Μαρία Ζαννίκου, ψυχολόγος σήμερα,  αποτύπωσε, τότε, με περισσή αισθαντικότητα τις εντυπώσεις της από το όλο εγχείρημά μας:

 Το θέμα, στην αρχή, μου φάνηκε υπερβολικά «γκρίζο».

 Αλήθεια, τι ενδιαφέρον μπορούσε να έχει ένα χάλασμα, ποια βοήθεια να δώσεις σε κάτι που δε νιώθει και, προπάντων, δεν το νιώθεις εσύ;…

Το κλειδί  που άνοιξε την πόρτα της καρδιάς μας ήταν οι συνεντεύξεις με ανθρώπους που δούλεψαν και έζησαν τους μύλους, όλοι προς το τέλος της ζωής, κρατημένοι από μια κλωστή, που, μια μέρα, αν καθυστερούσαμε, μπορούσε να σπάσει…

 Ξαφνικά, ζούσαμε από κοντά αυτούς τους ανθρώπους, τους βλέπαμε να ταξιδεύουν στο χρόνο, να χαίρονται, να δακρύζουν. Χαρακτηριστικές φωνές και λόγια στο βρονταδούσικο και τα χωριάτικα ιδιώματα μας οδήγησαν στο παρελθόν. Μας γνώρισαν τους χώρους, τα εξαρτήματα, μας μίλησαν για τις καταστάσεις, τα προβλήματα και τις χαρές…

Και μετά πηγαίναμε και βλέπαμε το χαλασμένο μύλο και μας φαινόταν ότι μας καλωσόριζε. Τον αγγίζαμε και νιώθαμε τις δονήσεις από το γύρο της βαριάς μυλόπετρας, στήναμε το αυτί μας και οι ψίθυροι τόσων παππούδων γινόντουσαν πάλι κουβέντες, πειράγματα, παιχνίδια, υπολογισμοί. Μυρίζαμε το θαλασσινό αέρα που κινούσε τα φουσκωμένα πανιά. Αγκαλιάζαμε το πέτρινο σώμα του ανεμόμυλου, κλείναμε τα μάτια και τα βλέπαμε όλα μπροστά μας: τους ανθρώπους και τις αγωνίες τους, τα σακιά τα ξέχειλα με αλεύρι, τα γαϊδουράκια, τα ξυπόλυτα παιδιά, τους νέους και τις νέες να ανταλλάσουν τις κλεφτές ματιές τους. Μια ολόκληρη κοινωνία. Μια ιστορία. Μια κληρονομιά…

Και έτσι μπήκαμε σε τροχιά. Πιάσαμε δουλειά. Συγκεντρώσαμε υλικό. Συγ-κινηθήκαμε. Ομόφωνα εκφράσαμε τη λαχτάρα μας ο κουτρουλόμυλος στην παραλία του Βροντάδου να αναπαλαιωθεί και να ξαναζήσει. Να αναστηλωθεί, να τοποθετηθεί ο μηχανισμός, να δουλέψουν οι μυλόπετρες, να ραφτούν τα πανιά και να τοποθετηθούν στις αντένες. Με λίγα λόγια να ξαναγίνει ο εαυτός του.

Και παραδίπλα του να δούμε μουσείο ή εκθεσιακό χώρο το σακατεμένο αδερφάκι του. Αποφασίσαμε ότι θα μπορούσαμε να πείσουμε με τη δουλειά μας για να γίνει πραγματικότητα η επιθυμία μας.  Γι’ αυτό ανασκουμπωθήκαμε να ξεθάψουμε την αυθεντική ταυτότητα της περιοχής, την παλιά της αίγλη και το παλιό της άρωμα και να τα τυπώσουμε σε βιβλίο…

«Καταρρέει. Πότε και πώς θα σωθεί;»: το βασικό σύνθημα-αίτημα της Ομάδας Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Γυμνασίου Βροντάδου και το βιβλίο-καρπός της έρευνάς της.

Πράγματι το βιβλίο: Ο κύκλος που έκλεισε. Καλλιέργειες σιτηρών- μύλοι και παραδοσιακοί φούρνοι-το σιτάρι και το ψωμί στα έθιμα, ήταν έτοιμο τον Ιούνιο του 1999. Δύο χρόνια μετά επανεκδόθηκε, περισσότερο εμπλουτισμένο ως προς το περιεχόμενο και την εικονογράφησή του, έχοντας, ενδεχομένως, και αυτό ένα μερίδιο στην αναστήλωση των μύλων της περιοχής, καθώς επανέφερε και αναθέρμανε το αίτημα της σωτηρίας τους, θυμίζοντας φωνές, όπως του αείμνηστου πολιτικού μηχανικού και βαθύτατου γνώστη των τοπικών θεμάτων, Αδαμάντιου Παντελή Σαλιάρη, που τάραζαν τα νερά της απραξίας και πρότειναν λύσεις εφικτές και ουσιαστικές για την περιοχή και τους μύλους της, οι οποίοι με τον καιρό είχαν απομείνει μια νοσταλγική ανάμνηση και μόνο.

 Ζωγραφιά από μνήμης του Κώστα Ψαρρά, εγκατεστημένου στην Αμερική από το 1945: «Έτσι τους θυμάμαι και τους ζωγράφισα», αρχείο Σ. Τσιροπινά
Ζωγραφιά από μνήμης του Κώστα Ψαρρά, εγκατεστημένου στην Αμερική από το 1945:
«Έτσι τους θυμάμαι και τους ζωγράφισα», αρχείο Σ. Τσιροπινά


Μετά τον προβληματισμό που προκάλεσε η έκδοση του βιβλίου, στο χορό αυτό, της συνειδητής πια διεκδίκησης ζητημάτων, όχι καθώς φαίνεται τόσο αυτονόητων για όλους,  μπήκαν μαθητικές ομάδες από το γειτονικό του Γυμνασίου Βροντάδου σχολείο, το τότε Τεχνικό και, στις μέρες μας, Επαγγελματικό Λύκειο, οι οποίες με την καθοδήγηση των πολιτικών μηχανικών καθηγητών τους, Αγγέλας Καλκούνη, Λάμπρου Βενέτη, αλλά και άλλων συναδέλφων, εργάστηκαν επί της πρότασης της Περιβαλλοντικής Ομάδας του Γυμνασίου Βροντάδου και τη μετέτρεψαν σε ολοκληρωμένη τοπογραφική μελέτη αναστήλωσης και αποκατάστασης των υπαρχόντων δύο ανεμόμυλων.

Πρέπει να πούμε, βέβαια, ότι από το έτος 1996 που άνοιξε για τη γυμνασιακή κοινότητα του Βροντάδου ο κύκλος ενασχόλησης με τους τρεις μύλους και, ωσότου οι εναπομείναντες δύο ανεμόμυλοι της περιοχής αποκτήσουν τη μορφή που έχουν σήμερα, παρέλασαν τέσσερις (4) δημοτικές αρχές: επί δημαρχίας, δηλαδή, Αριστείδη Ζαννίκου, απαλλοτριώθηκαν τα κτίσματα και ο περιβάλλων χώρος τους, επί δημαρχίας Μάρκου Μεννή, εξασφαλίστηκε το κονδύλι της αναστήλωσης τους, επί δημαρχίας Δημήτρη Παπαληού άρχισε η κατασκευή του έργου, για να ολοκληρωθεί, εν τέλει, επί δημαρχίας Γιάννη Μαλαφή.

Οι άνθρωποι του Δημοτικού Οργανισμού Αθλητισμού Περιβάλλοντος και Πολιτισμού στον τότε Δήμο Ομηρούπολης -με πρωτεργάτη τον εκπαιδευτικό Παντελή Ι. Σαλιάρη- αναθέτοντας την κατασκευή του κινητικού μηχανισμού στο Δημήτρη Μωράκη, τον τελευταίο εν ενεργεία καραβομαραγκό στο νησί μας, είδαν πια, το έτος 2005, μαζί με όλους μας, τον άνεμο του χρόνου να φυσά και να γυρίζει ξανά, με τη σωτήρια και αναγεννητική πνοή του, μια ολοκαίνουργια  φτερωτή ανεμόμυλου.

Μετά, δυστυχώς, πέρασαν ακόμη επτά χρόνια για να μπορέσει η φτερωτή αυτή να ξαναγυρίσει και να αγκαλιάσει με τις επιβλητικές χειρονομίες της ουρανό και γη, όταν επί της σημερινής δημαρχίας Πολύδωρου Λαμπρινούδη και της αντιδημαρχίας Κώστα Μούνδρου, δρομολογήθηκε ένα ολιγόμηνο πρόγραμμα εκπαιδευτικής φύσης, που έδωσε τη δυνατότητα σε μαθητικές ομάδες, κυρίως, αλλά και σε κάθε άλλο ενδιαφερόμενο να επισκέπτεται τον αναστηλωμένο ανεμόμυλο και να παίρνει, έτσι, μια πρώτη γεύση της λειτουργίας του, από τον ίδιο το Δημήτρη Μωράκη και τη σύζυγό του, την εκπαιδευτικό Έλλη Παπαϊωάννου, η οποία συνέδραμε στην ξενάγηση. Δυστυχώς, το πρόγραμμα αυτό δεν υφίσταται πλέον.

Ο καραβομαραγκός Δημήτρης Μωράκης (ΠΗΓΗ ΦΩΤ.: «Ξύλινα τείχη», ομάδα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Γυμνασίου Βροντάδου)
Ο καραβομαραγκός Δημήτρης Μωράκης
(ΠΗΓΗ ΦΩΤ.: «Ξύλινα τείχη», ομάδα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Γυμνασίου Βροντάδου)

Επίσκεψη μαθητικών ομάδων στους αναστηλωμένους ανεμόμυλους. ΦΩΤ.: Σ. Τσιροπινά

Βρισκόμαστε, λοιπόν, αισίως (;) στο έτος 2013, με μιαν «άλλη» περιοχή μπροστά στα μάτια μας: αντί για τρεις μύλους, αντικρίζουμε τους εναπομείναντες δύο, τουλάχιστον όταν κοιτάμε την παραλία από το βορρά της, αφού, όταν οδεύουμε από την πόλη της Χίου προς το Βροντάδο και από το σημείο που τράβηξε ο Περικλής Παπαχατζιδάκης τη φωτογραφία του, στα 1928, οι αναστηλωμένοι μύλοι είναι κρυμμένοι πια πίσω από τα κτίσματα που έχουν στο μεταξύ οικοδομηθεί. Μόνον όταν προχωρήσει κανείς λίγο βορειότερα, ατενίζει τον πλήρως αναστηλωμένο ανεμόμυλο, με το σύγχρονο σκηνικό, βέβαια, το οποίο τον περιστοιχίζει.

Γύρω στα 1950. ΦΩΤ. : Νικόλαος Χαβιάρας, αρχείο Ευαγγελίας Χαβιάρα-Κοκκινάκη (ΠΗΓΗ: Ο κύκλος που έκλεισε…)
Γύρω στα 1950. ΦΩΤ. : Νικόλαος Χαβιάρας, αρχείο Ευαγγελίας Χαβιάρα-Κοκκινάκη (ΠΗΓΗ: Ο κύκλος που έκλεισε…)

Σύγχρονα φωτογραφικά στιγμιότυπα από την περιοχή

Στη θέα των εικόνων αυτών, μπορεί κανείς να καταλήξει σε προφανή και αναμφισβήτητα συμπεράσματα: οι δυο μύλοι, στην είσοδο μάλιστα της κωμόπολης του Βροντάδου, αναστηλωμένοι και, το βράδυ, φωτισμένοι κατάλληλα, είναι μια ευχάριστη έκπληξη για τον επισκέπτη, αλλά και μια υπενθύμιση για τον ντόπιο ότι οι γενιές περνούν, οι τόποι όμως μένουν.

Τι κρίμα, όμως, που ο περίοικος ή ο επισκέπτης, ο διαβάτης ή ο εποχούμενος θα πρέπει να ασκεί έτσι το βλέμμα του ώστε να απομονώνει οπτικά τα δύο κτίσματα απ’ ό,τι πληγώνει ανεπανόρθωτα το βλέμμα και την αισθητική του. Και εδώ πάλι οι παρατηρήσεις που ακολουθούν δεν βρίσκονται στη σφαίρα του εξωπραγματικού, αλλά του αυτονόητου: αν υπολογίσουμε, δηλαδή, ότι ο εξωραϊσμός του ενδιάμεσου των μύλων χώρου «κάποτε» θα πραγματοποιηθεί (βέβαια, το πότε και το πώς δεν είναι ερωτήματα ελάσσονα), πώς είναι, άραγε, δυνατό να δικαιολογηθούν κινήσεις, όπως αυτές των τελευταίων χρόνων που «φύτεψαν» πίνακες ανακοινώσεων, στέγαστρα στάσεων λεωφορείων και πινακίδες οδικών πληροφοριών μπροστά από το θαλασσινό ορίζοντα, μιαν ανάσα από το αναστηλωμένο ανεμόμυλο; Κινήσεις και πράξεις απροσμέτρητης, πράγματι, ασχετοσύνης και κακογουστιάς, ενδεικτικής των αντιλήψεων που έχουν για το περιβάλλον πολλοί από τους τοπικούς μας ιθύνοντες και μάλιστα για την πιο ανώδυνη, ενδεχομένως, πτυχή του, αυτήν της αισθητικής του όψης.

Η σημερινή όψη του χώρου ανάμεσα στους δύο μύλους. Πριν να γίνει λιμανάκι, εδώ και είκοσι χρόνια, ήταν μία από τις δημοφιλέστερες παραλίες του Βροντάδου για μπάνιο
Η σημερινή όψη του χώρου ανάμεσα στους δύο μύλους. Πριν να γίνει λιμανάκι, εδώ και είκοσι χρόνια, ήταν μία από τις δημοφιλέστερες παραλίες του Βροντάδου για μπάνιο
Αισθητική από το παρελθόν και Αισθητική από το παρόν: ολοφάνερη η υπεροχή της πρώτης
Αισθητική από το παρελθόν και Αισθητική από το παρόν: ολοφάνερη η υπεροχή της πρώτης

Βέβαια, τέτοιου είδους σημάδια ανεγκέφαλων επεμβάσεων είναι πολύ εύκολο να απαλειφθούν. Αύριο, κιόλας, οι λεγόμενοι «αρμόδιοι» μπορούν να θεραπεύσουν αυτού του είδους τα ατοπήματα: όλα τους, στέγαστρο και πινακίδες, μπορούν να μεταφερθούν σε καταλληλότερο σημείο του δρόμου -στη απέναντι, ενδεχομένως γωνία- και να απελευθερωθεί, έτσι, οπτικά ο θαλάσσιος ορίζοντας και η θέα του αναστηλωμένου ανεμόμυλου.

Το δυσκολότερο έργο -αλλά όχι και μη εφικτό- είναι να αναβαθμιστεί ορατά, κυρίως όμως, λειτουργικά η ευρύτερη περιοχή. Πολύ περισσότερο που οι «Τρεις Μύλοι» αποτελούν, όπως προαναφέρθηκε, τη νότια είσοδο της κωμόπολης του Βροντάδου από την πλευρά της παραλιακής οδού. Παράλληλα, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι στις μέρες μας είναι επιπλέον μία περιοχή, σφύζουσα από ζωή και κίνηση, αλλά παράλληλα και μία γειτονιά, για την οποία οφείλουμε όλοι μαζί να ενδιαφερθούμε, με πρώτο πρώτο το Δήμο Χίου που όχι μόνο μπορεί αλλά και πρέπει να επιβάλει σειρά μέτρων, ελέγχοντας όσα εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του (πολεοδομικό νομικό πλαίσιο, καθαριότητα κ.τ.λ.), καθώς και την υποχρέωση των επιχειρήσεων που βρίσκονται γύρω από τους μύλους να ενδιαφέρονται όχι μόνο για το κέρδος της επιχείρησής τους, αλλά και για την καλαισθησία των προσόψεων, των επιγραφών και των εξωτερικών χώρων τους.


Η αθέατη -από την πλευρά του δρόμου- όψη των μύλων…

Ας μην ξεχνούμε, επίσης, ότι η πρόταση για τη λειτουργία ενός λαογραφικού μουσείου που θα μπορούσε να φιλοξενήσει όλα τα εργαλεία και τα σκεύη που σχετίζονται με τον κύκλο του σιταριού -από το γεωργικό άροτρο μέχρι και την πινακωτή- δεν υλοποιήθηκε μέχρι τώρα, ενώ βέβαια το εσωτερικό του δεύτερου αναστηλωμένου μύλου προσφέρεται κατ’ εξοχήν για κάτι τέτοιο.

Ο νοτιότερος ανεμόμυλος -μετά την αναγκαία εκκαθάριση του περιβάλλοντος χώρου του από ό,τι δεν συνάδει με την παρουσία και την κληρονομιά του- προσφέρεται για τη δημιουργία μικρού λαογραφικού μουσείου.
Ο νοτιότερος ανεμόμυλος -μετά την αναγκαία εκκαθάριση του περιβάλλοντος χώρου του από ό,τι δεν συνάδει με την παρουσία και την κληρονομιά του- προσφέρεται για τη δημιουργία μικρού λαογραφικού μουσείου.

Θα μπορούσε ακόμη να υπάρχει και στους δύο αναστηλωμένους μύλους μόνιμη έκθεση παλαιών και νεότερων φωτογραφιών, καθώς και ευσύνοπτα κείμενα με το ιστορικό των μύλων και τη λειτουργία τους στο πλαίσιο των αγροτικών κοινωνιών, αλλά και ολιγόλεπτες προβολές οπτικοακουστικού υλικού που εύκολα μπορούν να αναζητηθούν στο Ινστιτούτο των Ελληνικών Μύλων.

Κυρίως όμως είναι ανάγκη άμεσης προτεραιότητας η δυνατότητα της επανάληψης των εκπαιδευτικών επισκέψεων στον αναστηλωμένο ανεμόμυλο, οι οποίες θα πρέπει να εμπλουτίζονται ακατάπαυστα, ως προς τις στοχεύσεις και τις δράσεις τους. Θέλω να πω, δηλαδή, ότι τα παιδιά και οι έφηβοι πρέπει να εκπαιδεύονται έτσι ώστε να κατανοούν -μέσα από βιωματικές εμπειρίες γνώσης- αλλά και να συνειδητοποιούν τη σημασία επιλογών και πρακτικών που είναι κοντά στο ανθρώπινο μέτρο. Προς την κατεύθυνση αυτή, το παράδειγμα των ανεμόμυλων της περιοχής «Τρεις μύλοι» είναι ό, τι πρέπει: το ιστορικό της ύπαρξής τους εύκολα ανακαλεί τις διδαχές μιας εποχής που δεν πετιόταν, για παράδειγμα, ούτε μια μπουκιά ψωμί.

Από την άλλη, αναστηλωμένοι σήμερα οι ανεμόμυλοι, ως σύμβολα μιας λαϊκής αρχιτεκτονικής και μιας οικονομικής και κοινωνικής λειτουργίας αιώνων, αλλά και σε αντίστιξη με το σύγχρονό μας ανθρωπογενές περιβάλλον, καθώς ως κτίσματα είναι πολύ πιο ωραία απ’ όλα ανεξαιρέτως τα διπλανά τους κτίρια, μας ωθούν να  προβληματιστούμε για την αδηφαγία της εποχής μας, η οποία ρέπει επικίνδυνα, εδώ και δεκαετίες, προς ένα ευδαιμονισμό, ο οποίος καταβροχθίζει ασυλλόγιστα πόρους, ενέργεια και προϊόντα και μας οδηγεί μαθηματικά όχι στον ολοένα μεγαλύτερο πλουτισμό, όπως κάποιοι  ήθελαν -ιδιοτελώς βέβαια- να πιστεύουν, αλλά σε μια κλιμακούμενη φτωχοποίηση, η οποία αφήνει πίσω της αλλαγμένα ή ρημαγμένα τοπία, τόνους μπετόν και σκουπιδιών, κυρίως, όμως, ανθρώπους απελπισμένους.

Παράλληλα, είναι ίσως ενοχλητικό, αλλά μπορεί να είναι και διδακτικό, όταν συνειδητοποιούμε ότι για την απελπισία αυτή ευθυνόμαστε όλοι. Όχι βέβαια στον ίδιο βαθμό, καθώς τις μεγάλες ευθύνες τις έχουν τα κέντρα και οι άνθρωποι της εξουσίας, οι οποίοι λαμβάνουν και υλοποιούν αποφάσεις. Έχουμε και εμείς, όμως, τις ευθύνες μας για ό,τι κάνουμε, κυρίως όμως για ό,τι δεν κάνουμε ποτέ. Εννοώ: όλα όσα πράττονται, με τον τρόπο που πράττονται, αλλά και εκείνα που δεν πράττονται από τους ανθρώπους μιας γειτονιάς, το σύλλογο των εκπαιδευτικών ενός σχολείου, τους κεντρικούς φορείς της εκπαίδευσης και του πολιτισμού, τους λοιπούς συλλόγους πολιτισμού και περιβάλλοντος.

Για παράδειγμα: πόσο μας απασχολεί η απώλεια μιας ζωής που ίσως οφείλεται και σε παραλείψεις, όπως αυτές που παρατηρούμε και σ’ αυτήν εδώ την περιοχή; Παραλείψεις που επιπόλαια προσπερνούμε ή που μας απασχολούν πολύ λίγο, για να τις πληρώσουμε εν τέλει τραγικά: αναφέρομαι, πρώτα απ’ όλα, στην παντελή έλλειψη πεζοδρομίου από την ακριβώς απέναντι στον αναστηλωμένο μύλο πλευρά του δρόμου -από το ύψος του υπάρχοντος βενζινάδικου μέχρι το super market που βρίσκεται αρκετά μέτρα πιο κάτω.

Καμία μέριμνα για τους πεζούς, σε μία περιοχή που, κατά τα άλλα, κοσμείται, από τον αναστηλωμένο ανεμόμυλο στις παρυφές του πολυσύχναστου δρόμου…
Καμία μέριμνα για τους πεζούς, σε μία περιοχή που, κατά τα άλλα, κοσμείται, από τον αναστηλωμένο ανεμόμυλο στις παρυφές του πολυσύχναστου δρόμου…

…αλλά και καμία φροντίδα, επίσης, για ύπαρξη ενδιάμεσου προστατευτικού διαχωριστικού σε μία αποδεδειγμένα επικίνδυνη καμπή του δρόμου
…αλλά και καμία φροντίδα, επίσης, για ύπαρξη ενδιάμεσου προστατευτικού διαχωριστικού σε μία αποδεδειγμένα επικίνδυνη καμπή του δρόμου

Και, ύστερα, πόσο λογικό είναι, αλήθεια, να μην υπάρχει ίχνος διαχωριστικής λωρίδας-νησίδας σε περιοχή εμφανώς επιβαρυμένη από την κίνηση οχημάτων και μάλιστα βαρέος τύπου, στην οποία κινούνται ταυτόχρονα και δεκάδες πεζοί, λόγω της ύπαρξης αγορών τροφίμων, εστιατορίου και αναψυκτηρίου, αλλά και λοιπών καταστημάτων και επιχειρήσεων; Πόσο λογικό είναι, επίσης, η υπάρχουσα νησίδα -έστω και έτσι όπως υφίσταται- να σταματά ακριβώς στο σημείο εκείνο, απ’ όπου αρχίζει η επικίνδυνη στροφή μπροστά στο μύλο, με τόσα τροχαία, θανατηφόρα ή μη, στο παρελθόν.

Φυσικά και πολλά άλλα θέματα θα μπορούσαν να θιγούν με την ευκαιρία της παρουσίασης αυτής, όπως η εγκατάλειψη του γειτονικού των μύλων ξενοδοχείου «Mira Mare» ή η αξιοποίηση του κτίσματος της παλαιάς Ηλεκτρικής Βροντάδου, που βρίσκονται σε απόσταση ανάσας από τους αναστηλωμένους ανεμόμυλους.

Το ξενοδοχείο «Mira Mare» έχει μεταβληθεί σε μια «…Θαυμαστή Θάλασσα» σκουπιδιών και λεηλασίας, είκοσι-εικοσιπέντε χρόνια μετά την οικοδόμησή του…
Το ξενοδοχείο «Mira Mare» έχει μεταβληθεί σε μια «…Θαυμαστή Θάλασσα» σκουπιδιών και λεηλασίας, είκοσι-εικοσιπέντε χρόνια μετά την οικοδόμησή του…

Τέτοια εγκαταλειμμένα ξενοδοχεία, σύμβολα οπωσδήποτε της χθεσινής, μόλις, άναρχης τουριστικοποίησης των πάντων, αλλού «παραδίδονται» στους νέους ανθρώπους –όσο κι αν μας ξαφνιάζει, ευχάριστα βέβαια, κάτι τέτοιο- όπως, για παράδειγμα, ένα εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο της παραλίας Βατερών, στη διπλανή μας Μυτιλήνη, όπου το περασμένο καλοκαίρι φιλοξενήθηκε το πρώτο νεανικό φεστιβάλ «Beach Street Festival», αφιερωμένο, μάλιστα στο Θεόφιλο Χατζημιχαήλ, με σκοπό τη σύνδεση των λαϊκών τοιχογραφιών του Θεόφιλου με τις μοντέρνες τοιχογραφίες τεχνικής graffiti.

Να, λοιπόν, που η φαντασία έχει θέση ακόμη κι εκεί που η οικονομική απληστία  στρογγυλοκάθισε βαριά κι εξακολουθεί να ασχημίζει τις παραλίες και τ’ ακρογιάλια των νησιών μας, να που μια τέχνη ταπεινή, η τέχνη «του δρόμου», μπορεί να αλαφρώνει αμέσως τις μουντές μπετονένιες επιφάνειες  και να τις μεταλλάσσει σε οθόνες ονείρου και οραμάτων, όπως, μια φορά κι έναν καιρό, συνέβαινε με την ταπεινή, αλλά δικαιωμένη πια τέχνη του Θεόφιλου.


Τοιχογραφίες νέων καλλιτεχνών σε εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο παραλίας της Λέσβου
ΠΗΓΗ ΦΩΤ.: Ιστότοπος «Beach Street Festival», 2013 , Βατερά Λέσβου

Τέτοιες ιδέες θα μπορούσαν κάλλιστα να υλοποιηθούν και στην περιοχή «Τρεις Μύλοι». Και, με την ευκαιρία: ο λαϊκός Χιώτης ζωγράφος-πλοιογράφος Αριστείδης Γλύκας δεν δικαιούται, άραγε, ένα μουσείο στη γενέτειρά του, ίσως-ίσως και στην τοποθεσία αυτή, καθώς δεν λείπουν, όπως προαναφέρθηκε, τα εγκαταλειμμένα ή αναξιοποίητα κτίρια (ξενοδοχείο Mira Mare, παλαιό κτίσμα «Ηλεκτρικής» ή κάποιο από τα καλοστεκούμενα ακόμη, αλλά ακατοίκητα, εδώ και πολλά χρόνια, νεοκλασικά της παραλιακής ζώνης); Τα κτίρια αυτά δεν θα μπορούσαν να στεγάσουν τους διασκορπισμένους σε πολλές συλλογές και χώρους πίνακες του, για να γίνει πραγματικότητα το «Μουσείο Γλύκα», που προτάθηκε ήδη δύο φορές από τον ομότιμο καθηγητή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Στέριο Φασουλάκη, επί δημαρχίας Μ. Μεννή, αλλά και Δ. Παπαληού, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα;

Ο χρόνος, λοιπόν, «ανεμίζει και περνά, τάχυ-τάχυ και ταχιά», συνδέοντας αλλιώς κάθε φορά τους τόπους και τους ανθρώπους, το άλλοτε και το τώρα, τη στιγμή και τη διάρκεια. Στην πραγματικότητα, ο άνεμος αυτός του χρόνου, που έπνευσε, ας πούμε, και πνέει ακόμη στην περιοχή «Τρεις Μύλοι», όπως και σε τόσες άλλες περιοχές του γενέθλιου χώρου μας, δεν είναι παρά ο άνεμος των διαδοχικών γενεών και των επιλογών τους, των ανθρώπινων πράξεων, δηλαδή, των αποφάσεων, των παραλείψεων, της συνειδητής μέριμνας ή της αδιαφορίας. Άλλοτε πνέει σφοδρός και αδηφάγος, άλλοτε δροσιστικός και ευεργετικός,  κάποτε, μάλιστα, εναλλάσσεται με την άπνοια και τη νηνεμία.

Το θέμα είναι ότι και ο άνεμος και ο χρόνος φυσούν και αλλάζουν γρήγορα. Γι’ αυτό, η αδιαφορία ή η αδράνεια δεν θα πρέπει να είναι σύμβουλοί μας. Αντίθετα, με όποιο προζύμι έχουμε πια στη διάθεσή μας, είναι ανάγκη να ζυμώσουμε τα «ψωμιά» μας -και μάλιστα το ταχύτερο δυνατό- παίρνοντας σοβαρά υπόψη τη συμβουλή των γιαγιάδων μας: «…ε, για να ζυμώσεις και να σου γίνει όμορφη κι η ζύμη, θέ’ κομμάτι παίδεψη!…».

Και, πράγματι, έτσι είναι: χωρίς συνεχή έγνοια και «παίδεψη», κυρίως, όμως, χωρίς γνώση και βούληση, τα ανθρώπινα έργα είναι καταδικασμένα να φαίνονται μισερά και λειψανάβατα, να φαντάζουν ανολοκλήρωτα και αταίριαστα με το περιβάλλον τους, επειδή ακριβώς και το ίδιο το περιβάλλον τους απαιτεί «παίδεψη» και φροντίδα, συνειδητή γνώση και αποφασιστική βούληση, για να μπορέσει να συνεφέρει από τις αλόγιστες επεμβάσεις και τις ολέθριες παραλείψεις του κοντινού μας παρελθόντος και του παρόντος.

Επεμβάσεις και παραλείψεις που έχουν πάντοτε ονοματεπώνυμο, ακόμη και αν αυτό δεν είναι ή δεν γίνεται ποτέ γνωστό…


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ

  • Βασιλάκης Αγ., Το Λεύκωμα του Βροντάδου, Εν Χίω, 1936
  • Βάος Β., Νομικός Σ., Ο ανεμόμυλος στις Κυκλάδες, Αθήνα (Δωδώνη), 1993

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Τμήμα Αρχιτεκτόνων, Βουρνούς Μ. (κείμενα, επιμέλεια), Αρχιτεκτονική  κληρονομιά της Χίου. Οκτώ περιπτώσεις καταγραφής, Αθήνα, 1997

    • Γενικό Λύκειο Βροντάδου, επιμ.: Μανδάλα Τ., Βροντάδος. Πολιτισμικό λεύκωμα, Βροντάδος (Έντυπο), 199Ο
    • Ομάδα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Γυμνασίου Βροντάδου, Τσιροπινά Σ. (εισαγωγικά μέρη, επιμέλεια), Ο κύκλος που έκλεισε. Καλλιέργειες σιτηρών- μύλοι και παραδοσιακοί φούρνοι-το σιτάρι και το ψωμί στα έθιμα, Χίος, 1999 (α΄ έκδοση), Χίος (Έντυπο), 2001 (β΄ έκδοση, επαυξημένη)
  • Τα χαρακτικά της Χίου. Οι χάρτες, τα τοπία, Τ. Β΄, Αθήνα (Ίδρυμα Λω), 1995
  • Testevuide A.-L., ( μτφ. Πλατή Μ.-Ε., Πλατής Ν.), Το νησί της Χίου. Κείμενο και σχέδια από το περιοδικό «Le Tour du monde», 1877, Χίος (Ιππόκαμπος) 2003
*Τα σύγχρονα φωτογραφικά στιγμιότυπα είναι της αρθρογράφου

Γεννήθηκε στη Χίο, όπου ζει και εργάζεται ως καθηγήτρια φιλόλογος. Έργα της: Ο κύκλος που έκλεισε (Χίος, 1999 και 2001), Φώτης Αγγουλές: πορεία στο φως και το σκοτάδι της ζωής του (Χίος, 2010), Η θεατρικότητα των χιακών εθίμων του εορτολογίου 1. Πρωτοχρονιάτικα καραβάκια. Λάζαροι (Χίος, 2012, Α΄ τ. διδακτορικής διατριβής στο Τμήμα Θεάτρου Α. Π. Θεσσαλονίκης) κ.ά.

Άφησε σχόλιο