Η χρήση των διαλυτικών σε λέξεις της νεοελληνικής γλώσσας θεωρητικά δεν παρουσιάζει δυσκολίες, στην πράξη όμως συχνά παρουσιάζονται δείγματα λανθασμένης χρήσης τους
Καταρχάς γνωρίζουμε ότι κάποιοι συνδυασμοί γραφημάτων που λέγονται δίψηφα φωνήεντα προφέρονται ως εξής:
αι: [e], π.χ. μαία, ταλαίπωρος κτλ.
ει: [i], π.χ. τρέχει, ειδικός, υποθηκοφυλακείο κτλ.
οι: [i], π.χ. οικία, άνθρωποι, πλοίο κτλ.
ου: [u], π.χ. λειτουργώ, αλεπού κτλ.
υι: [i], π.χ. υιοθετώ, καθεστηκυία τάξη κτλ.
Τέλος, ο συνδυασμός αυ προφέρεται [af]ή [av], π.χ. αυτοκίνητο, φαύλος κτλ.
Τα διαλυτικά λοιπόν μας είναι χρήσιμα σε περιπτώσεις που δεν θέλουμε οι παραπάνω συνδυασμοί γραφημάτων να προφερθούν με το συνηθισμένο τρόπο, αλλά να προφερθούν ως κανονικοί δίφθογγοι. Τοποθετούνται πάνω από τα ι και υ και η χρήση τους οδηγεί σε χωριστή προφορά των φωνηέντων αυτών. Επομένως, κάνοντας χρήση των διαλυτικών, έχουμε χαϊδεύω, παϊδάκια, γαϊδούρι, Αϊ-Στράτης* ([ai]), θεϊκός, πρωτεΐνη ([ei]), παρανοϊκός, ναυσιπλοΐα, ([oi]) καταπραϋντικός, καταπραΰνω ([ai]), προϋπόθεση, εργατοϋπαλληλικός ([oi]), μυϊκός, ευφυΐα ([ii]) κτλ.
Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι συνδυασμοί ωι, ηι, ωυ, ιυ δεν αποτελούν δίψηφα φωνήεντα, οπότε διαβάζονται εύκολα χωριστά και επομένως η χρήση των διαλυτικών είναι περιττή, π.χ. πρωί, τρωικός, Πομπηία, Μωυσής, διυλιστήριο κ.λπ.
Ως εδώ όλα φαίνονται απλά. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που είναι φανερό ότι η προφορά αυτών των αι, ει, οι, ου, υι και αυ γίνεται ούτως ή άλλως χωριστά, οπότε η χρήση των διαλυτικών είναι περιττή, άρα και λανθασμένη. Αυτό κυρίως συμβαίνει όταν υπάρχει τόνος στο πρώτο από τα δύο φωνήεντα, ο οποίος και «διαλύει» το δίψηφο φωνήεν σε δύο ξεχωριστά, χωρίς να χρειάζεται η συνδρομή των διαλυτικών, γι’ αυτό και γράφουμε χάιδεψα, γάιδαρος, Μάιος (αλλά χαϊδεύω, γαϊδούρι, Μαΐου), κορόιδεψα/κορόιδο (αλλά κοροϊδεύω), μοιρολόι, μπέικον, καταπράυνα (αλλά καταπραΰνω), άυπνος (αλλά αϋπνία) κ.ο.κ. Αυτονόητο όμως είναι ότι, καθώς δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το σημάδι του τόνου όταν γράφουμε με κεφαλαία γράμματα, η χρήση των διαλυτικών στην κεφαλαιογράμματη γραφή γίνεται ξανά επιβεβλημένη, οπότε γράφουμε ΜΑΪΟΣ, ΚΟΡΟΪΔΟ, ΜΠΕΪΚΟΝ κτλ., ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να διαβαστούν [mˈeos], [korˈiδo], [bˈikon] κτλ.
Για την αποφυγή των συγχύσεων θα μπορούσε κανείς να έχει στο μυαλό του τον εξής πρακτικό κανόνα: διαλυτικά βάζουμε στα ι και υ μόνον όταν δεν μπορούμε να κάνουμε σαφές με άλλον τρόπο ότι τα δύο φωνηέντα πρέπει να διαβαστούν χωριστά. Ο κανόνας αυτός εξηγεί γιατί δεν χρειάζονται διαλυτικά στα ι και υ μετά από δίψηφο φωνήεν: βουίζω, αλτρουισμός, λευίτης, πιγκουίνος, αρτοποιείο, ηθοποιία, θειικό οξύ – δεν υπάρχει λόγος να βάλουμε διαλυτικά πουθενά, οι λέξεις διαβάζονται σωστά και χωρίς αυτά.
* Η λέξη Αϊ-Στράτης παίρνει διαλυτικά εξαιτίας του ότι τα προτακτικά με ενωτικό (αϊ-, μαστρο-, αγια-, γερο-, κυρα-, θεια-, παπα- κ.λπ.) δεν παίρνουν τόνο, επομένως πρέπει απαραίτητα να επιστρατευτούν τα διαλυτικά για να μη συμπροφερθούν τα δύο φωνήεντα σε [e]. Εντελώς διαφορετικές περιπτώσεις φυσικά αποτελούν το μόριο άι (Άι στο καλό!) ή το επιφώνημα πόνου άι!
Επιμέλεια: Νίκος Λουτράρης, Νίκη Γκόνου