του Γιάννη Κωσταρή
Αυτό που ο δικός μου Μάρκο Πόλο θέλει να ανακαλύψει είναι οι κρυφές αιτίες που οδήγησαν τους ανθρώπους να ζήσουν στις πόλεις, αιτίες που μπορεί να ισχύουν πέρα και πάνω από οποιαδήποτε κρίση. Οι πόλεις είναι ένα σύνολο πραγμάτων: απομνημονεύσεων, επιθυμιών, σημείων μιας γλώσσας· οι πόλεις είναι τόποι ανταλλαγών, όπως εξηγούν όλα τα βιβλία της οικονομίας, αλλά οι ανταλλαγές αυτές δεν είναι μονάχα ανταλλαγές εμπορευμάτων, είναι και ανταλλαγές λέξεων, πόθων, αναμνήσεων.
Ίταλο Καλβίνο, Οι αόρατες πόλεις
Οι μικροί οικισμοί, τα χωριά, η ύπαιθρος, είναι ο πυρήνας της ύπαρξης μας, η αποθήκη τροφοδοσίας, η γη και η πατρίδα μας· η μήτρα και το κοιμητήριο μας.
Παρά τον καταναλωτικό ευδαιμονισμό των τελευταίων δεκαετιών οι κάτοικοι της υπαίθρου, παραμένουν αγρότες, δηλαδή συντηρούν και καλλιεργούν τη «γη» τους· τη ζωή που κουβαλούν από τους προγόνους τους.
Οι μεγάλες πόλεις, είναι το εργαστήριο και το μηχανοστάσιο της ζωής, εκεί δίνονται οι μάχες των ανθρώπων με την ύπαρξη τους και με τους άλλους. Εκεί ανακατεύονται οι ιδέες και ανθίζουν οι επιστήμες, οι τέχνες, η πολιτική σκέψη. Στις πόλεις γεννιούνται – και πεθαίνουν – οι επαναστάσεις.
Φυσικά οι οι απώλειες είναι πολλές, δεν χρειάζεται να αναφερθούν. Όμως η περιπέτεια της ζωής, εξελίσσεται στις πόλεις· εκεί αν θέλεις μπορείς να αναμετρηθείς με το άγνωστο, να συναντηθείς και να συνεργαστείς με ανθρώπους που ονειρεύονται τις ίδιες μυρωδιές με σένα, να κάψεις και να ξαναψάξεις τις ιδέες σου· να γίνεις μαραθωνοδρόμος και ποιητής, βιομηχανικός εργάτης, αστυ-φύλακας και υπάλληλος τραπέζης.
Εσύ τυχοδιώκτη της ζωής, στην πόλη θα βρεις το δικό σου δρόμο. Ναι, εύκολα μπορείς να καταστραφείς και δύσκολα να επιστρέψεις, αλλά αυτό είναι η ζωή…
Και συνεχίζω αντιγράφοντας ένα παλιότερο κείμενο μου με αφορμή την όμορφη ζωή στο Βερολίνο:
Ο δημόσιος χώρος της πόλης είναι νησίδα ελευθερίας· τόπος συνάντησης με τον Άλλο, όπου η διάχυτη ενέργεια, η αλληλεγγύη, ο ερωτισμός, δημιουργούν σχέσεις, αδιαφορώντας για την προσομοιωμένη ζωή των hi-tech συσκευών δικτύωσης και την ασφάλεια του εντός.
Η βόλτα έξω είναι ανοικτή, όσο αντέχει ο καθένας, από τις μπίρες στο πάρκο μέχρι τη χωρίς όρια περιπλάνηση και τη βίωση της ζωής σαν αλήτικη φαντασμαγορία. Φυσικά, γνώστες όλοι της ματαιόδοξης μυθοποίησης της πόλης και του δρόμου από την τέχνη – εύκολος τρόπος φυγής από το αδιέξοδο ερώτημα της ύπαρξης.
Γοητευμένος απ’ αυτή τη χυμώδη και άτακτη αστική μυθολογία, αδυνατώ να συντονιστώ μαζί της – αναγκασμένος ίσως, να κουβαλώ τον κυκλικό και άχρονο χρόνο του χωριού μου σαν μέτρο σύγκρισης και μόνιμης, έστω ασυνείδητης, αναφοράς.
Φυσικά δεν είναι μόνο οι τόποι που μας καθορίζουν αλλά κυρίως οι άνθρωποι που «μπορούμε να ακουμπάμε πάνω τους τη χαρά και τη λύπη μας» και η αγάπη που «στήνει αναπάντεχα τα δικά της σκηνικά, σε πόλεις, χωριά, τρύπες και υπόγεια».*
Κλείνω με μια σκηνή από το Βερολίνο.
«Τέλος της μέρας και στην αποβάθρα του εξοχικού σταθμού λίγοι άνθρωποι που επιστρέφουν στην πόλη, χαλαροί όλοι, το τρένο θα έρθει σε δέκα λεπτά. Πλησίασα στο ακυρωτικό μηχάνημα, το ζευγάρι που καθόταν στο παγκάκι ήταν πολύ νεαρό, φιλιόντουσαν με πάθος, κολλημένος πάνω της ο άντρας της χάιδευε ερωτικά, σχεδόν χυδαία, το σώμα της.
Δέσαμε τα ποδήλατα και καθίσαμε δίπλα. Απέναντι καθόταν το ζευγάρι, κοιταζόντουσαν γλυκά, δεν μιλούσαν. Ο άντρας ακούμπησε προσεκτικά την παλάμη του στην κοιλιά της, έκανε μερικές αργές κυκλικές κινήσεις και συντονίζοντας το χέρι του με την αναπνοή της, το κράτησε στην κοιλιά της. Πρέπει να ήταν 5-6 μηνών έγκυος».
οι πρώτες οκτώ φωτογραφίες είναι από τη σειρά η πόλη από κάτω και οι άλλες οκτώ από τη σειρά berlin
* αφορμή για το κείμενο
η ανταλλαγή ηλεκτρονικών μηνυμάτων με δυο τρεις φίλους που ζουν στην Αθήνα.