Εκδήλωση-αφιέρωμα στους Χιώτες Τυπογράφους από το Φιλοτεχνικό Όμιλο Χίου
γράφει ο Κώστας Ζαφείρης
Μια ξεχωριστή βραδιά, γεμάτη μνήμη από μια τέχνη που χάνεται, είχαν την ευκαιρία να ζήσουν όσοι παρακολούθησαν την εκδήλωση αφιέρωμα στους Χιώτες Τυπογράφους που οργάνωσε ο Φιλοτεχνικός Όμιλος Χίου την Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου στο Ομήρειο Πνευματικό Κέντρο.
Ανιχνεύοντας τις ρίζες της χιώτικης τυπογραφίας, η εκδήλωση ξεκίνησε με αναφορά στις απαρχές της τέχνης αυτής στο νησί μας από την Πρόεδρο του Φ.Ο.Χ. Μαρία Βασιλακάκη.
«Το πρώτο έντυπο που καταγράφεται στην Χιακή ιστορία είναι ένα κατηχητικό βιβλίο του Χιώτη Καθολικού ιερέα Θωμά Στανισλάου Βελάστη που γράφτηκε και τυπώθηκε στα φραγκοχιώτικα το 1754 από το τυπογραφείο των Ιησουϊτών στη Χίο.
Το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο ιδρύθηκε με ενέργειες του Αδαμάντιου Κοραή και τη συνδρομή των Χίων εμπόρων. Λειτούργησε στη Σχολή της Χίου το 1819, ιδρυμένο από τον Didot υπό τη διεύθυνση του Γερμανού Bayrhoffer.»
Τις προσωπικές τους αναμνήσεις μοιράστηκαν, με αμεσότητα και συναισθηματική φόρτιση οι Γιώργης Διλμπόης, Πάνος Πιτσάκης, Χαράλαμπος Σαχτούρης, Γιάννης Τζούμας, Ιωάννης Μεργές, Τριαντάφυλλος Μυλωνάς, Δέσποινα Ανταράκη. Διαβάστηκε κείμενο της Εύης Σφηκάκη, κόρης του εκδότη του «Χιακού Λαού» Σωκράτη Σφηκάκη, καθώς και μια αφήγηση του αείμνηστου Δημήτρη (Τζίμη) Ζαφείρη.
Η κορυφαία στιγμή της βραδιάς ήταν η καλά προετοιμασμένη, γεμάτη ιστορικά στοιχεία, χιούμορ αλλά και συγκίνηση ομιλία του συμπολίτη συνταξιούχου πλέον τυπογράφου Νίκου Δ. Γεωργούλη. Το νήμα της αφήγησης του ξεκίνησε από τις πρώιμες εποχές της τυπογραφίας φτάνοντας μέχρι τις μέρες μας. Παρακολουθήσαμε μαζί του το πέρασμα από τη στοιχειοθεσία στο χέρι στη λινοτυπία, στη φωτοσύνθεση, στους υπολογιστές.
Ζωντάνεψαν, για όσους είχαμε την τύχη να τα ζήσουμε, οι ρυθμικοί ήχοι του πιεστηρίου, οι μυρωδιές του μελανιού και του χαρτιού, η αυστηρότητα και η εγρήγορση την ώρα της δουλειάς, τα πειράγματα με ουζάκι την ώρα του διαλείμματος, το αδυσώπητο κυνήγι του λάθους. Το επαγγελματικό φιλότιμο και το μεράκι που έκαναν παλιούς τυπογράφους να καταστρέφουν, με οικονομική ζημιά, ολόκληρες παρτίδες εντύπων για ένα μικρό λαθάκι. «Τριακόσιοι θα το δουν, ένας θα το καταλάβει, ρεζίλι θα γίνουμε» το ακαταμάχητο επιχείρημα, ακατανόητο ίσως στις μέρες μας.
Η χιώτικη τυπογραφία κατέγραψε μια διαδρομή πλούσια και γεμάτη από ξεχωριστές προσωπικότητες. Πλούσιες ήταν λοιπόν οι αναφορές σε πρόσωπα όπως ο Φώτης Αγγουλές, ο Βαγγέλης Ζήσιμος, ο Δάνος Γεωργούλης, ο Νίκος Διαμαντίδης, ο Νίκος Χαρακιάδης κ.ά.
Αλλά, κι αυτό ήταν από τις ιδιαίτερες στιγμές που έδωσαν το στίγμα της βραδιάς, κυρίως ξεπρόβαλλε η μορφή του ανώνυμου εργάτη τυπογράφου, όρθιου μπροστά στην κάσα με τα τυπογραφικά στοιχεία, ώρες ολόκληρες, με το τσιγάρο στο στόμα, το μάτι άγρυπνο, το χέρι να κινείται με ρυθμό συνθέτοντας τις πλάκες που θα γεννούσαν αργότερα το έντυπο. Η μορφή του ανθρώπου του μόχθου που όταν συμπλήρωνε το οκτάωρο έτρεχε και σε δεύτερο τυπογραφείο για να συμπληρώσει ώρες και μεροκάματο. Του αψεγάδιαστου ορθογράφου, σε πολυτονικό μάλιστα, κι ας είχε τελειώσει με το ζόρι κάποιες τάξεις του δημοτικού. Του εργάτη με τα μουτζουρωμένα χέρια από τα μελάνια που δεν καθάριζαν ποτέ, που ερχόταν πρώτος σε επαφή με τις νέες ιδέες, αφού από τα δικά του χέρια και μάτια περνούσαν έντυπα, εφημερίδες, βιβλία. Του χιώτη τυπογράφου στον οποίο χρωστάμε σημαντικό, ίσως το σημαντικότερο, μέρος της πνευματικής μας κληρονομιάς.