γράφει η Ερμιόνη Φρεζούλη
Από τις πιο όμορφες παιδικές μου μνήμες είναι κάποιες μεγάλες Παρασκευές που, μαθητές/ριες του δημοτικού τότε, αμολιόμασταν στο χωριό με τα πανέρια του Άη Στράτη ανά χείρας. Χτυπούσαμε τις πόρτες όλου του χωριού και οι νοικοκυρές (και σπανιότερα οι νοικοκύρηδες) έβγαιναν και με περισσή φροντίδα έκοβαν λουλούδια από τον κήπο: πάπιες (ή κάλες), τριαντάφυλλα και γαρύφαλλα, γλαδιόλες, μαργαρίτες και ό,τι άλλο βρίσκονταν σε καλή κατάσταση για να στολίσει τον επιτάφιο της χωριοεκκλησιάς. Και όταν η μέρα ήταν ηλιόλουστη, η βόλτα στο χωριό ήταν πραγματικά απολαυστική και οι μυρωδιές απ’ τα πανέρια σου έκοβαν την ανάσα.
Και μετά, μέσα στην εκκλησιά, παντού πανέρια με λουλούδια. Οι «μεγάλες» στόλιζαν τον επιτάφιο, τις κολώνες, την οροφή, οι πιο μικρές περνούσαν λουλούδια σε κλωστή για να κρεμαστούν. Και το βούισμα όλου αυτού του κόσμου έκανε το ναό να φαντάζει πιο κοντά στα ανθρώπινα μεγέθη.
Τώρα οι επιτάφιοι στολίζονται με λουλούδια που προσφέρουν δωρεάν τα ανθοπωλεία (και δεν τα ψέγει κανείς για αυτό). Δεν ξέρω αν σήμερα υπάρχουν διαθέσιμα πιτσιρίκια να μαζέψουν λουλούδια από το χωριό, δεν ξέρω αν υπάρχουν διαθέσιμες «μεγάλες» να βάλουν την καλλιτεχνική νότα και να δώσουν το ρυθμό (αν και ο στολισμός γίνεται πάλι από κόσμο στην εκκλησία το βράδυ της Μ. Πέμπτης). Δεν ξέρω αν το πέρασμα του χρόνου έχει ομορφύνει την ανάμνηση.
Εκείνες όμως οι ηλιόλουστες Μ. Παρασκευές ήταν ζεστές και μυρωδάτες.