20151114
Το καζάνι της απόσταξης είναι σε διαμορφωμένο χώρο δίπλα στο σπίτι, ανάμεσα στο κοτέτσι και το περιβολάκι, το έχει η Ρούλα με το σύζυγό της· εκείνη κάνει κουμάντο «ε, γιατί ασχολούμαι πολλά χρόνια, έχω μάθει από τον πατέρα μου, το έχουμε πάνω από τριάντα χρόνια». Το απόσταγμα είχε βγει θολό στο πρωτόβγαλμα, ίσως γιατί τα τσάμπουρα είχαν μείνει πολύ καιρό στο βαρέλι και τώρα στο μετάβγαλμα αν όλα πάνε καλά θα καθαρίσει.
Περπάτησα στο χωριό, το Βουνό είναι από τα πιο χαμηλόφωνα μαστιχοχώρια· δεν είναι στους τουριστικούς οδηγούς, παρόλο που διατηρείται σε καλή κατάσταση ο μεσαιωνικός οικισμός και έχουν αναπαλαιωθεί άριστα αρκετά σπίτια. Ήσυχο απόγευμα, ελάχιστοι άνθρωποι κυκλοφορούν στα στενά. Στην πλατεία, στις πέντε ακριβώς ανοίγει το καφενείο, έξω από την εκκλησία υπάρχει κινητικότητα, μάλλον έχει σχέση με το αυριανό μνημόσυνο· έρχεται να ανοίξει ο παπάς που μόλις γύρισε από τις ελιές, τον είχα δει πριν λίγο στο καζάνι ντυμένο αγρότη. Ένα μεγάλο πανό δίπλα στο καφενείο ενημερώνει για τα έργα «βιοκλιματικής ανάπλασης» στο χωριό, που μάλλον δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Στον πίνακα ανακοινώσεων η χημική ανάλυση του νερού ύδρευσης· πολύ καλής ποιότητας!
Ανεβαίνω στη νέα πλατεία, πολύ μεγάλη για το μέγεθος του χωριού, και από τα αυτοκίνητα που βλέπω, μάλλον χρήσιμη για πάρκινγκ. Ο δρόμος πάνω από την πλατεία είναι γεμάτος γατάκια· «πόσα είναι, δεκαπέντε;» «τριάντα, είναι της γερμανίδας που έχει φτιάξει το σπίτι εδώ πιο πέρα, μου στέλνει τροφές και τα ταΐζω όταν πηγαίνει στη Γερμανία». Ο ηλικιωμένος άντρας μοιράζει την τροφή ξεχωριστά για καθένα, έχει διάθεση για κουβέντα.«Ήμουν ναυτικός είκοσι οκτώ χρόνια, στην αρχή στον Καρά τον εφοπλιστή και μετά εδώ στα ποστάλια, στο πλοίο της γραμμής, Μυτιλήνη, Χίο, Πειραιά. Πριν εννιά μήνες πέθανε η γυναίκα μου και τώρα είμαι μονάχος, έρχεται μια κοπέλα και μου μαγειρεύει και συγυρίζει». Ενενήντα δύο χρονών ο κύριος Ευκλείδης και ακόμα οδηγά αυτοκίνητο και φτιάχνει σχίνους. Βλέπω τις καδραρισμένες φωτογραφίες στο δωμάτιό του· «ήσουν μάγκας, ε;» «ε ήμουνα, ήμουνα! θα πάω να ξυριστώ και μετά θα πάω στο καφενείο, έλα να σε κεράσω καφέ».
Μ’ αρέσει το Βουνό γιατί έχει το σωστό μέγεθος, δηλαδή είναι χωριό πέτρινο, μεσαιωνικό αλλά παρά την κλειστότητα που δημιουργεί η σφικτή αρχιτεκτονική, δε χάνεις ποτέ τη φύση· λίγα βήματα από τα στενά και βγαίνεις έξω, στις ελιές, τους μπαξέδες και τα μαστιχόδεντρα. Επιστρέφω στο καζάνισμα, ακόμη δεν τέλειωσε η δεύτερη απόσταξη, πάλι όμως βγαίνει θολό το τσίπουρο, η Τούλα βγάζει ξύλα και ρίχνουν πίσω στο καζάνι το τελευταίο. Θα καθυστερήσουν γιατί θα το περάσουν ξανά. Σήμερα είναι η τελευταία απόσταξη της χρονιάς, το καζάνι της οικογένειας Λάρδα θα σφραγιστεί και θα ανοίξει πάλι του χρόνου τον Οκτώβρη.
Το επόμενο Σάββατο, ο Άγιος Γιώργης Συκούσης