«Μαγειρεύουμε σούπες, μοιράζουμε ρούχα και κουβέρτες, δίνουμε πληροφορίες, ζεστασιά, τροφή και ελπίδα. Κάποιες φορές περνάμε καλά, κάποιες άλλες ζούμε τραγωδίες. (…) Η υποστήριξη είναι συγκλονιστική, είναι ωραίο να βλέπεις την αλληλεγγύη να ξεδιπλώνεται. Αλλά φοβάμαι ότι είμαστε σε λάθος δρόμο».
Ο Μπέντζαμιν Τζούλιαν είναι ένας από τους χιλιάδες «ανώνυμους» εθελοντές που στέκονται αλληλέγγυοι στους πρόσφυγες στο μακρύ ταξίδι τους. Λίγες μέρες πριν, κατέθεσε την αγωνία του για τις αλλαγές που βλέπει στη στάση της Ευρώπης, απευθύνοντας μια έκκληση προς τους αλληλέγγυους εθελοντές, «όλους εμάς που μοιράζουμε φαγητό και διανέμουμε ρούχα», με κείμενό του στο διαδίκτυο. Αλλοι πρόλογοι περιττεύουν:
Τι θα κάνουμε όταν τα σύνορα κλείσουν;
Του Benjamin Julian
Μαγειρεύουμε σούπες, διανέμουμε κουβέρτες, δίνουμε πληροφορίες, ζεστασιά, τροφή και ελπίδα. Κάποιες φορές περνάμε καλά, κάποιες άλλες ζούμε τραγωδίες. Προσπαθούμε να δώσουμε ανθρώπινο πρόσωπο στη βαλκανική οδό των προσφύγων. Είναι έντονο, μια εμπειρία που σε ανταμείβει, ανεκτίμητη. Η υποστήριξη είναι συγκλονιστική, είναι ωραίο να βλέπεις την αλληλεγγύη να ξεδιπλώνεται. Αλλά φοβάμαι ότι είμαστε σε λάθος δρόμο.
Όσο εμείς βοηθάμε και σώζουμε ζωές επί τόπου, οι πολιτικοί εκεί ψηλά στους γυάλινους πύργους των Βρυξελλών δουλεύουν σκληρά για να ξεπεράσουν τις διαφορές τους, ώστε να περιορίσουν, να ρυθμίσουν, να κλείσουν και να επιβραδύνουν την άφιξη των ξένων στην Ευρώπη. Και το κάνουν με όπλο την άγρια γραφειοκρατία, με τα παλιρροϊκά κύματα της ιστορίας να τους κινούν προς τα εμπρός, χτυπώντας τα κινήματα στήριξης αλλά και τους επισκέπτες στην ήπειρό μας, διαλύοντας την αλληλεγγύη, απομονώνοντας τους πρόσφυγες από εμάς και την κοινωνία.
Οι μετανάστες βήμα προς βήμα τοποθετούνται μακριά, σε καταυλισμούς και φυλακές, σε καραντίνα σαν να είναι ασθένεια, για να προστατευτεί η Ευρώπη από τη μόλυνση. Αυτό είναι το ωμό πρόσωπο της γραφειοκρατίας και της τάξης, της ρύθμισης και της απομόνωσης, και δεν ανέχεται καμιά ανεξάρτητη στήριξη, καμιά ανεξάρτητη ενημέρωση, καμιά ανεξάρτητη επαφή.
Το σοκ του ενός εκατομμυρίου ξένων έχει κάνει τους ευρωπαίους ρατσιστές να παραμιλούν. Προξένησε βαθιές ρωγμές και διασκόρπισε τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Τα κράτη της Ευρώπης που έχουν μάθει να διαχειρίζονται σχολαστικά κάθε πτυχή της ζωής, θέλουν αυτή η καταστροφή της ανωμαλίας, του χάους και της μη-καταγραφής να τελειώσει. Καλύτερα ένας πνιγμένος πρόσφυγας από έναν μη καταγεγραμμένο. Καλύτερα ένα φυλακισμένο παιδί από ένα «λαθραίο».
Κρατήστε τους ΑΥΤΟΥΣ σε αυτά τα λευκά κουτιά και περιφράξτε τα λευκά κουτιά με αγκάθινα συρματοπλέγματα και βάλτε εθελοντές – που έχουν καταγραφεί φυσικά – να βάζουν τους πρόσφυγες στη γραμμή. Ταξινομήστε τους ανά εθνικότητα, φύλο, ηλικία, ευπάθεια, πάρτε τα δακτυλικά τους αποτυπώματα και ελέγξτε ΠΟΣΟ ΑΚΡΙΒΩΣ υπέφεραν, επειδή, ξέρεις τώρα, δεν μπορούμε να δεχόμαστε εδώ τον καθένα. Γράψτε αριθμούς στο χέρι τους, βάλτε ετικέτα στα νύχια τους, μετρήστε τις κούπες με σούπα που παίρνουν, σφραγίστε τα χαρτιά τους, δώστε τους τριάντα ημέρες για να περάσουν στο επίπεδο 2 ή αλλιώς Game Over, το παιχνίδι τελειώνει. Τότε το ταξίδι τους αρχίζει ξανά, και όταν θα φτάσουν εδώ την επόμενη φορά, ο ανοικτός καταυλισμός θα έχει γίνει κέντρο κράτησης, ο διανομέας του φαγητού θα είναι ένας δεσμοφύλακας, η καταγραφή θα είναι μόνο για μια πτήση πίσω στο σπίτι. Και πού θα είμαστε όλοι εμείς, οι μάγειρες σούπας και οι διανομείς ρούχων, τότε;
Η ανικανότητα της Ελλάδας και της Ευρώπης έχει κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί. Αλλά αυτό είναι μια απατηλή ελπίδα. Σίγουρα η Ελλάδα είναι ανίκανη να διαχειριστεί την καταγραφή, πόσο μάλλον να θέσει υπό κράτηση ένα εκατομμύριο ανθρώπους. Αλλά η Ευρώπη του Μεγάλου Αδελφού έχει άφθονη δύναμη να σπαταλήσει. Οι υπάλληλοι της Frontex έρχονται στα νησιά σαν επιδημία μαύρων ακριδών, ροκανίζοντας τις δομές στήριξης που δεν συμμορφώνονται με τις υποδείξεις, «καθαρίζοντας» τη βαλκανική οδό της ανεπαρκούς Ελληνικής Ακτοφυλακής και των ανυπάκουων εθελοντών.
Όταν έρθει ο καιρός, οι κατασκηνώσεις θα έχουν εξαφανιστεί και θα υπάρχει ένας καθαρός, λευκός τοίχος με ένα ρολό από αγκαθωτό σύρμα στην κορυφή για να γράφουμε «αιχμηρά» συνθήματα επάνω του. Άνθρωποι βρεγμένοι και φοβισμένοι θα προσάγονται, θα «διεκπεραιώνονται», και όταν θα βγαίνουν έξω, μία μαγική μεταμόρφωση θα έχει συμβεί. Είτε θα έχουν την τύχη να γίνουν Προσωρινοί Ευρωπαίοι Δεύτερης Κατηγορίας, έτοιμοι για απέλαση μόλις η Δική Τους Καταστροφή θα έχει τελειώσει, ή θα είναι Οικονομικοί Μετανάστες, μία άχρηστη χωρίς δικαιώματα βδέλλα στην καλή μας θέληση, ένας αηδιαστικός, βιαστής, καιροσκόπος μουσουλμάνος που δεν προλάβαμε να απελάσουμε νωρίς. Και τι θα κάνουμε τότε εμείς, οι διανομείς κουβερτών και οι δωρητές σούπας;
Ο καιρός είναι κρύος και έχει αέρα, αλλά οι βάρκες φέρνουν ακόμα χιλιάδες ανθρώπους κάθε μέρα. Πώς θα είναι το καλοκαίρι που έρχεται; Δεν είμαστε οι μόνοι που αναρωτιούνται. Οι σόουμεν της Ευρώπης λένε ότι έχουν δύο μήνες για να «σώσουν τη Σένγκεν», να συγκρατήσουν ένα πρότζεκτ 30 χρόνων, που τώρα καταρρέει κάτω από το βάρος ενός εκατομμυρίου ανθρώπων χωρίς χαρτιά – 0,2% του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Περισσότεροι πρόσφυγες μένουν στον Λίβανο, μία χώρα τεσσάρων εκατομμυρίων!
Αν αυτό είναι ό,τι μας έχουν φέρει οι πρόσφυγες ως τώρα, τι θα ακολουθήσει; Η απεριόριστα άκαμπτη δομή του ευρωπαϊκού νόμου, τάξη και γραφειοκρατία, που προσεκτικά και επίπονα χτίστηκε επί πεντακόσια χρόνια αποικιοκρατίας, δουλείας και καταπίεσης, έχει πλήρως και εντελώς φρικάρει με αυτή την απειροελάχιστη διαταραχή στα δημογραφικά στοιχεία της ηπείρου. Οι Ευρωπαίοι έχουν χτίσει τη συλλογή τους από κράτη όπως ακριβώς ένα παιδί χτίζει ένα σπίτι με οδοντογλυφίδες – υποθέτοντας ότι κανείς δεν θα έρθει να το πειράξει. Τώρα όμως, το παραμικρό φύσημα το κάνει να καταρρέει. «Δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτούς τους αριθμούς πια», δηλώνει ο Ολλανδός πρωθυπουργός. Φανταστείτε μόνο τι θα λέει τον Ιούνιο, όταν η θάλασσα του Αιγαίου θα είναι ζεστή και ήσυχη.
Πρέπει να προετοιμαστούμε. Η Ευρώπη έχει ήδη φρικάρει, και έχει δώσει δύο μήνες στον εαυτό της για να σωθεί από τους πρόσφυγες. Μόνο η απεριόριστη ανικανότητά της και ο εσωτερικός της διχασμός επέτρεψαν στους μετανάστες να ταξιδεύουν τόσο πολύ καιρό. Αλλά με μία σχεδόν φασιστική κυβέρνηση στην Πολωνία, μία ανοιχτά ρατσιστική κυβέρνηση στην Ουγγαρία (και μια ακόμα χειρότερη αντιπολίτευση), και όλη την κεντρική Ευρώπη απλώς να περιμένει για μία δικαιολογία για να κλείσει τα σύνορά της, δε μπορούμε να βασιζόμαστε πλέον στην ελπίδα ή στις προσευχές. Ακόμα και η Αυτοκράτειρα της Ευρώπης, η Άγκελα Μέρκελ, προσπάθησε και απέτυχε να ανοίξει τις πόρτες στους πρόσφυγες. Έπλεε ενάντια στις καταιγίδες πέντε αιώνων, ενάντια στα κύματα του λαϊκισμού, της ξενοφοβίας και του τρόμου που διαφεντεύουν τα κράτη γύρω της, ακόμα και το ίδιο το κόμμα της.
Πρέπει να προετοιμαστούμε για μια Ευρώπη που θα προσπαθήσει, ασυντόνιστα και παραπατώντας, αλλά με την αποφασιστικότητα ενός τρελού μέθυσου, να κλειδώσει τους πρόσφυγες απέξω και να τους αποτρέψει να έρχονται. Τα δύο συγκοινωνούντα δοχεία της ρατσιστικής κοινωνίας και της γραφειοκρατίας που θέλει να ελέγχει τα πάντα, αλληλοενισχύονται, διοχετεύοντας την ύπουλη ιδεολογία τους σε ολόκληρη την ήπειρο.
Φαίνεται ήδη στις δηλώσεις των καθημερινών ανθρώπων: «Δεν υπάρχει χώρος γι’ αυτούς εδώ», «δεν ταιριάζουν», «είναι όλοι βιαστές», «τα ανοιχτά σύνορα απλώς δεν γίνεται να λειτουργήσουν», «πρέπει να υπάρξει κάποια τάξη», «θα μας πάρουν τις δουλειές», «αν τους σώσουμε, θα έρθουν κι άλλοι».
Η Ευρώπη έχτισε το οικοδόμημά της θεωρώντας ότι ήταν ασφαλής από τους ξένους. Τώρα βρίσκεται σε υπαρξιακή κρίση. Και σαν τον ποντικό που κολλάει σε μία γωνία, θα καταστρέψει τα πάντα και καθετί για να σώσει τον εαυτό της. Δεν θα χαλαλίσει κανένα δικαίωμα, θα τσακίσει κάθε πρόσφυγα που θα σταθεί στο δρόμο της.
Πρέπει να προετοιμαστούμε. Το κράτος έχει επωφεληθεί από εμάς που παρέχουμε στους βρεγμένους στεγνά ρούχα, που δίνουμε φαγητό στους πεινασμένους των καταυλισμών, που μοιράζουμε κουβέρτες στους παγωμένους ανθρώπους που κοιμούνται κάτω από τον έναστρο ουρανό. Αλλά τώρα στεκόμαστε στο δρόμο τους. Δίνουμε στους ανθρώπους έναν λόγο να νοιάζονται. Χτίζουμε σχέσεις με εκείνους που υποτίθεται ότι δεν θα έπρεπε να είναι εδώ. Αγωνιζόμαστε γι’ αυτούς, μερικές φορές για ένα μόνο άτομο κάθε φορά, για να τα καταφέρουν ως το επόμενο σύνορο. Τώρα είμαστε εμείς ο στόχος.
Πρέπει να ενωθούμε, να επικοινωνήσουμε, να μετρήσουμε τις δυνάμεις μας, και να επιτεθούμε στον ρατσισμό, τον αποκλεισμό και τον διαχωρισμό που το κράτος μας επιβάλλει. Η Ευρώπη δίνει στον εαυτό της δύο μήνες για να σωθεί. Τι θα κάνουμε εμείς;
Δημοσιεύτηκε στο refugeetrail.wordpress.com στις 21 Ιανουαρίου 2016.
Μετάφραση-ελεύθερη απόδοση για την «Απλωταριά»: Ε.Α.-Α.Π.