Η Ανατολή Βροχαρίδου παρουσιάζει γυναικείες προσωπικότητες με μεγάλη συμβολή στον Πολιτισμό και τις Τέχνες. Σειρά έχει η ζωγράφος Αρτεμισία Τζεντιλέσκι
Είχε πια νυχτώσει για τα καλά όταν η Αρτεμισία έβαλε μια τελευταία πινελιά στον πίνακα που πάλευε μήνες και κάθισε σε μια ξεχαρβαλωμένη καρέκλα να ξαποστάσει. Άφησε το βλέμμα της να ακουμπήσει στη δουλειά που έβγαλε στη διάρκεια της ημέρας, κρατώντας ακόμη τα πινέλα στην ποδιά της και καθαρίζοντάς τα πρόχειρα με ένα παλιό πανί. Το διαπεραστικό της μάτι ταξίδευε σε όλες τις λεπτομέρειες του πίνακα, τρύπωνε μέχρι τα μικρά βαθουλώματα του καμβά… εκεί που το χρώμα της είχε πέσει περίσσιο. Οι σκιές στο πρόσωπο της Ιουδήθ έπρεπε να απλωθούν πιο πολύ… να φαίνεται η δύναμη και το κουράγιο της την ώρα που παίρνει το κεφάλι του Ολοφέρνη.
Όσες φορές και να ζωγράφισε αυτό το θέμα ποτέ δεν ένιωσε γεμάτη από τον τελειωμό του. Ήθελε να το πιάσει πάλι από την αρχή και κάθε φορά σα δαιμονισμένη πέρναγε το ίδιο μαρτύριο… αυτή στη θέση του Ολοφέρνη και ο δάσκαλος της ο Αγκοστίνο Τάσι από πάνω της… να της ξεριζώνει την αγνότητά της… να τη διαπερνά με το ξίφος που ποτέ δε βγήκε από μέσα της… και μετά αυτή στη θέση της Ιουδήθ να τον αποκεφαλίζει ξανά και ξανά… μήπως και ο θυμωμένος δαίμονας που την ταλανίζει βρει ένα τόπο να ξαποστάσει.
– Αύριο το πρωί όμως… όταν η μέρα ακόμη χασμουριέται και το φως πέφτει με ορμή στο καβαλέτο… αύριο το πρωί είναι καλή ώρα για τις διορθώσεις.
Κάθισε ανακουφισμένη σε ένα παλιό τραπέζι, κέρασε τον εαυτό της ένα ξεροκόμματο και λίγο κρασί, έβαλε στο πλάι το κερί και άρχισε να γράφει τις προσκλήσεις… προσκλήσεις για ένα δείπνο που ίσως γινόταν για χάρη τους… για χάρη όλων αυτών των γυναικών που γεννήθηκαν καταραμένες και ευλογημένες μαζί… που αντί για κουτάλες προτιμούσαν τα πινέλα… που τα μάτια τους όπου ακουμπούσαν πλημμύριζαν φως και σκιές… που τα χέρια τους είχαν λεκέδες από μπλε του κοβαλτίου και κόκκινο της Βενετίας, κίτρινο του μολύβδου, και ουλτραμαρίνα.
Αρτεμισία Τζεντιλέσκι (Artemisia Gentileschi)
Ρώμη 1593 – Νάπολη 1654
Η Αρτεμισία υπήρξε άνθρωπος και ζωγράφος με έντονη προσωπικότητα. Δούλευε επί ώρες μόνη και εξαιτίας της αφοσίωσής της στην τέχνη της θεωρήθηκε ιδιόρρυθμη και αντισυμβατική. Έμαθε να ζωγραφίζει μέσα στο εργαστήριο του πατέρα της και έμεινε γνωστή στην ιστορία η δίκη για το βιασμό της από το ζωγράφο και φίλο του πατέρα της Αγκοστίνο Τάσι (Agostino Tasi). Η απόφαση από την ανοιχτή δίκη δεν ήταν ξεκάθαρη. Μετά το βιασμό, το διασυρμό και τη δίκη δεν κατέρρευσε, επέμεινε στη ζωή και δημιούργησε σπουδαία ζωγραφική.
Στη δουλειά της, ως ζωγράφος, ξεπέρασε αντικειμενικές δυσκολίες, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι ως γυναίκα δεν μπορούσε να έχει για μοντέλα άντρες. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έγινε δεκτή στην Ακαδημία Σχεδίου της Φλωρεντίας. Θαύμαζε τον Καραβάτζιο και ασπάστηκε την τεχνική του και τον τρόπο ζωγραφικής του με τις μεγάλες αντιθέσεις σε φως και σκιές, την εκφραστικότητα των προσώπων και την απεικόνιση με ρεαλισμό σκηνών βίας.
Η Αρτεμισία πίστευε στη δύναμη και την ποιότητα της ζωγραφικής της και συνήθιζε να λέει προς το τέλος της ζωής της “Τα έργα μου θα μιλήσουν για μένα” όπως, επίσης, και το “θα σας δείξω για τι είναι ικανή μια γυναίκα. Θα βρείτε το κουράγιο του Καίσαρα στην ψυχή μιας γυναίκας”. Ζωγράφισε περισσότερες φορές και με διαφορετικούς τρόπους ένα θέμα που την απασχολούσε. H σκηνή της δολοφονίας του Ασσύριου στρατηγού Ολοφέρνη από την Ιουδήθ παρουσιάζεται ζωγραφισμένη με ένταση σε περισσότερους πίνακές της. Η Ιουδήθ για να σώσει την πολιορκημένη από τους εχθρούς πόλη της καταφέρνει να παρεισφρήσει στο στρατόπεδο του εχθρού. Αφού με την ομορφιά της τον παρέσυρε στη σκηνή του, με τη βοήθεια της υπηρέτριάς της του μπήγει ένα μαχαίρι στο λαιμό. Μπορούν να δοθούν πολλές ψυχαναλυτικές ερμηνείες αυτού του έργου συνδεδεμένες με το βιασμό της Αρτεμισίας. Στον πίνακα “Η Ιουδήθ και η υπηρέτρια Άμπρα με το κεφάλι του Ολοφέρνη” βλέπουμε την πράξη να έχει ολοκληρωθεί. Η σκηνή χαρακτηρίζεται από την ικανοποίηση, το αίσθημα δικαιοσύνης και την ηρεμία, που διακρίνονται στα πρόσωπα μετά την επίτευξη του στόχου. Παντρεύτηκε και έκανε 4 παιδιά αλλά χώρισε επειδή ο άντρας της της ζήτησε να σταματήσει να ζωγραφίζει. Μέχρι το τέλος της δε σταμάτησε ποτέ να ζωγραφίζει.
Βιβλιογραφία
Φιλίνη, Α. (2012). Γυναίκες στην Πρωτοπορία της Τέχνης. Από την εποχή του Μπαρόκ στο Σήμερα. Αθήνα: Γαβριηλίδης.
Wedemann, C., Larass, P. & Klier, M. (2008). 50 Women Artists you should know. New York: Prestel.