γράφει ο Κώστας Ζαφείρης
Σκηνή πρώτη: σε οργανωμένη εκδρομή στην Κωνσταντινούπολη ο μεσήλικας συνταξιδιώτης, ομογενής από τον Καναδά, βλέπει και θαυμάζει. Και ό,τι βλέπει και θαυμάζει το στολίζει με το απόφθεγμα «οι έλληνες τα έφτιαξαν αυτά, οι τούρκοι είναι ανάξιοι να φτιάξουν οτιδήποτε!». Το λέει για τα πάντα. Μέχρι που φτάνουμε στο ανάκτορο του Ντολμά Μπαχτσέ. Το ανάκτορο κατασκευάστηκε από το 1843 έως το 1856 αποδεδειγμένα από τους Οθωμανούς κι είχε ως αποτέλεσμα τη μερική χρεοκοπία του σουλτάνου. Όταν κάποιος το επισημαίνει αυτό ο πονηρά ελληνόψυχος τα στρίβει: «ναι το έφτιαξαν αλλά με χιλιάδες σκλάβους». Ε, ο συνομιλητής δεν αντέχει και απαντά: «ναι λες κι ο Ιουστινιανός κολλούσε βαρέα κι ανθυγιεινά στους εργάτες».
Σκηνή δεύτερη: πλησιάζουμε στις ανασκαφές της Τροίας κι ο τούρκος ξεναγός, σεμνό και μορφωμένο παιδί, τολμάει να πει ότι ίσως ο τρωικός πόλεμος δεν έγινε για την Ελένη αλλά για γεωπολιτικούς-εμπορικούς λόγους. Έτσι κι αλλιώς τα όρια μύθου και ιστορίας είναι δυσδιάκριτα. Τότε εξεγείρεται συνταξιδιώτισσα με εθνικό μένος. «Εμείς οι έλληνες δεν κάναμε ποτέ κατακτητικούς πολέμους. Μας πρόσβαλλαν οι τρώες με την αρπαγή της Ωραίας Ελένης και πολεμήσαμε να την πάρουμε πίσω.» Ναι., έτσι στο πρώτο πληθυντικό σα να μιλούσε μακρινή ανιψιά του Αγαμέμνονα. Και γυρίζοντας σε μας τους υπόλοιπους με ύφος διδακτικό «δεν θα μας μάθουν οι τουρκαλάδες την ιστορία μας!».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αντίστοιχα παραδείγματα μπορεί κάποιος να βρει και στην απέναντι πλευρά. Και θα έχουν να κάνουν με τους εθνικούς μύθους και τις φαντασιώσεις των γειτόνων. Το συμπέρασμα είναι ένα και κοινό. Η ημιμάθεια, η καλλιέργεια εθνικών φαντασιώσεων και τυφλώσεων, η άρνηση να ανοίξεις κανένα σοβαρό βιβλίο ιστορίας, η άρνηση να συζητήσεις, δημιουργεί φανατισμούς και παρωπίδες. Κι όσοι τις φορούν είναι πραγματικά απάλευτοι!