της Ερμιόνης Φρεζούλη
Στο τελευταίο Δ.Σ. της ΔΕΥΑΝΧ συζητήθηκε το θέμα ανεύρεσης ακινήτου για τη δημιουργία νέας μονάδας αφαλάτωσης στην περιοχή της Λευκωνιάς, με στόχο να καλύπτει τους θερινούς μήνες τις ανάγκες του Δήμου Αγ. Μηνά, με κόστος 0,50 €/m3. Η ιδέα για το έργο δεν είναι καινούρια. Η μελέτη σκοπιμότητας του έργου, όμως, δεν παρουσιάστηκε, αν και ζητήθηκε. Θα μου πείτε τι τη χρειαζόμαστε, όταν ξέρουμε την κατάσταση του νερού, ιδιαίτερα στη συγκεκριμένη περιοχή – παρ’ ό,τι βέβαια η ΔΕΥΑΝΧ διακηρύσσει ότι το νερό είναι ασφαλές, απλώς έχει … λίγο περισσότερο αλάτι.
Στο τελευταίο δημοτικό συμβούλιο τέθηκε το θέμα του φράγματος του Κατράρη και της αποτελεσματικότητας του έργου. Σήμερα είναι γεμάτο το φράγμα, δήλωσε ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΝΧ. Μα αυτό έλειπε, αν δεν γέμιζε και φέτος που οι βροχοπτώσεις είναι έως και διπλάσιες από τον ετήσιο μέσο όρο. Το έργο είναι υπερδιαστασιολογημένο και κατασκευάστηκε με βάση υπερεκτιμημένα βροχομετρικά δεδομένα. Η παρέμβαση του αντιδημάρχου Τεχνικών Υπηρεσιών έβαλε κάπως τα πράγματα στη θέση τους, άνοιξε όμως ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο: το φράγμα Κοντού.
Πάλι βρισκόμαστε στο ίδιο έργο θεατές: βάσει ποιων επιστημονικών δεδομένων και μελετών σκοπιμότητας και στη λογική ποιου συνολικού σχεδιασμού εντάσσονται αυτά τα έργα (και πολλά άλλα);
Ποια η κατάσταση του νερού στη θαλάσσια περιοχή της Λευκωνιάς, όπου υπάρχει θερμική ρύπανση από το εργοστάσιο της ΔΕΗ, έχουμε μεταφορά πετρελαιοειδών και βρίσκεται σε κοντινή απόσταση από την εκροή του Βιολογικού; Μπορεί το νερό να είναι άψογης ποιότητας, έχουν όμως γίνει οι απαραίτητες μελέτες για να προχωρήσει ένα τέτοιο έργο στη συγκεκριμένη περιοχή; Το κόστος του κυβικού, όπως ορίστηκε, θεωρείται ότι θα είναι αποδεκτό, όταν ήδη το κόστος παγίων που πληρώνουμε στη ΔΕΥΑΝΧ είναι πολύ υψηλό; Έχει γίνει διερεύνηση εναλλακτικών; Και τέλος, γνωρίζουμε ότι η αφαλάτωση ως μέθοδος παραγωγής νερού αποτελεί τελευταία επιλογή, αφού αποκλειστούν όλες οι εναλλακτικές, καθώς η ενέργεια που απαιτείται και η άλμη που προκύπτει από την επεξεργασία είναι μείζονα περιβαλλοντικά προβλήματα;
Για τη δεύτερη περίπτωση και το φράγμα του Κοντού, υπάρχει επικαιροποίηση των μελετών βάσει των νέων δεδομένων; Έχουν μελετηθεί οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην παραλία της Κώμης (ιδιαίτερα μετά τη λειτουργία του φράγματος του Κατράρη); Ή απλώς επαναφέρουμε μια παλιότερη πρόταση, προσπαθώντας να λύσουμε χρόνια προβλήματα;
Και στις δυο περιπτώσεις το κοινό χαρακτηριστικό είναι η αποσπασματική θεώρηση του θέματος. Μπορεί όλα τα ερωτήματα που τίθενται παραπάνω να μην υφίστανται. Για να βεβαιωθούμε όμως, θα πρέπει πρώτα να υπάρξουν οι σωστές μελέτες. Και σίγουρα, θα πρέπει επιτέλους σε αυτό το νησί να δούμε συνολικά τη διαχείριση του νερού, εμπλέκοντας όλη την κοινωνία, και όχι να αναμασάμε προτάσεις του παρελθόντος, χωρίς κανένα σχεδιασμό και πρότερη ενδελεχή μελέτη.