γράφει ο Τέλης Τύμπας
Η προσπάθεια για περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της τηλεόρασης είχε μια ορατή διάσταση, η οποία αποτυπώθηκε στο κλείσιμο της ΕΡΤ. Μια λιγότερο ορατή, σχεδόν αόρατη συγκριτικά αλλά εξίσου κρίσιμη διάσταση της περαιτέρω ιδιωτικοποίησης της τηλεόρασης είχε να κάνει με το ταυτόχρονο άνοιγμα της DIGEA (βλέπε παρακάτω), το οποίο συνδυάστηκε με την έλευση της ψηφιακής τηλεόρασης. Στην αόρατη αυτή διάσταση δεν υπήρξε κάποια μαζική αντίσταση, επειδή ακριβώς η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών έχει εθιστεί στην ιδεολογία που υποθέτει ότι το ψηφιακό είναι καθολικά καλύτερο, πρόοδος για όλους. Η ψηφιακή τηλεόραση δεν έχει όμως κάποιο εγγενές πλεονέκτημα έναντι της αναλογικής. Αν δεν αυξηθεί το διαθέσιμο κεφάλαιο ώστε να υπάρξουν επιπλέον υποδομές μετάδοσης, με την περαιτέρω ψηφιοποίηση της διαδικασίας μετάδοσης του τηλεοπτικού σήματος αυξάνει η ευκρίνεια αλλά μειώνεται η ανθεκτικότητα ή/και η κάλυψη. Αυτό ακριβώς συνέβη με την πολυδιαφημισμένη μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση. Γι αυτό και κάποιες περιοχές στην Ελλάδα έχουν πλέον τη μεγαλύτερη δυνατή ευκρίνεια ενώ άλλες δεν έχουν καθόλου σήμα. Το πρόβλημα είναι χειρότερο στην περιφέρεια, η οποία με αυτή την ιστορία κινδυνεύει να περιφερειοποιηθεί ακόμη περισσότερο.
Tα παραπάνω έχουν εκτιμώ διατυπωθεί παραστατικά στην περίπτωση της Χίου από δημοτικό σύμβουλο Χίου και ειδικό σύμβουλο του δημάρχου σε θέματα πληροφορικής. Αντιγράφω από σχετική δήλωσή του: «Πάνω από το μισό νησί αυτή τη στιγμή έχει προβλήματα. Κι εγώ θα τολμούσα να πω και τη λέξη όλο το νησί. Τις μέρες που έχει κακοκαιρία το σήμα παγώνει. Δεν είναι αυτό το κρυστάλλινο σήμα το οποίο μας διαφημίζανε πριν από καιρό. Και το χειρότερο όλων είναι ότι σε κάποιες περιοχές δεν υπάρχει καθόλου μα καθόλου σήμα… Και δεν γίνεται να μας επιβάλουνε ακόμη λιγότεροι δημότες να έχουνε σήμα».
Η μετάβαση στην καθολικά, υποτίθεται, ανώτερη ψηφιακή τηλεόραση (για την ακρίβεια στην περισσότερο, συγκριτικά, ψηφιακή τηλεόραση) έδωσε το πρόσχημα για να ιδιωτικοποιηθεί περαιτέρω η τηλεόραση, με μια εταιρεία, την DIGEA, να αποκτά το μονοπώλιο στο δίκτυο μετάδοσης. Πρόκειται για εταιρεία συμφερόντων των ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών, καθώς η προοριζόμενη για κλείσιμο ΕΡΤ είχε εκ των πραγμάτων αποκλειστεί. Υποτίθεται ότι η DIGEA ήταν απαραίτητη για το ευκρινέστερο ψηφιακό σήμα. Μόνο που με την DIGEA κάποιοι έχασαν το σήμα τους. Δηλαδή ψηφιοποίηση-ιδιωτικοποίηση-DIGEA σημαίνει γι αυτούς απώλεια σήματος. Ποιος θα πληρώσει για τις επιπλέον εγκαταστάσεις (αναμεταδότες) για να αποκτήσουν και αυτοί σήμα, ώστε να μην αποκαλυφθεί ότι δεν ήταν εγγενώς καλύτερη η περαιτέρω ψηφιοποίηση (και επομένως δεν ήταν εγγενώς καλύτερη και η ιδιωτικοποίηση μέσω της DIGEA); ΝΔ-ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκαν στην κεντρική πολιτική σκηνή ως υπέρμαχοι μιας τεχνικής μετάβασης προς την ψηφιακή τηλεόραση που θα ήταν καλύτερη για όλους. Ένα καθολικά κρυστάλλινο σήμα. Ταυτόχρονα βέβαια, υποσχέθηκαν τοπικά, στις περιοχές που θα έχαναν το σήμα τους, δημόσια χρηματοδότηση για να στηθεί επιπλέον δίκτυο μετάδοσης. Ρητορική καινοτομίας κεντρικά, πελατειακές σχέσεις τοπικά. Ένας αόρατος μηχανισμός ενός φαύλου κύκλου μεταφοράς δημόσιου χρήματος στον ιδιωτικό τομέα, βασισμένος στην ιδεολογία της εγγενούς ανωτερότητας μιας τεχνολογίας έναντι άλλης. Με κάτι τέτοιους μηχανισμούς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.
ΥΓ: Δεν χωρά απλοποίηση ως προς τις ευθύνες. Έχει και η αριστερά τις δικές της για το ότι δεν υπήρξε κάποιο κίνημα που να κατάφερε να αμφισβητήσει επαρκώς την ιδεολογία που επιτρέπει στον μηχανισμό αυτό να αναπαράγεται. Την καθοριστική όμως ευθύνη την έχουν αυτοί που επί δεκαετίες έστησαν παρόμοιους μηχανισμούς. Κι εδώ έχει τη δική της βασική ευθύνη η δεξιά. Αυτή έχει μια αποφασιστική ευθύνη για την κατάσταση του τηλεοπτικού σήματος που περιγράφει ο αρμόδιος σύμβουλος του δημάρχου. Γι αυτό και τα πολλά δελτία τύπου και οι επαναλαμβανόμενες κοινοβουλευτικές ερωτήσεις του πρώην υφυπουργού ανάπτυξης και νυν βουλευτή Χίου της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς το υπουργείο ανάπτυξης για το κακό τηλεοπτικό σήμα της Χίου: δεν εξηγούνται νομίζω παρά ως μια εμμονή ενοχοποίησης της αντίπαλης παράταξης μήπως και παραμείνει αόρατη η ενοχή της δικής του παράταξης.