γράφει ο Κώστας Ζαφείρης
Οι λεγεώνες του Ιουλίου, τα στίφη του Αυγούστου, έχουν διαβεί κι έχουν φύγει. Ο κουρνιαχτός της παρουσίας τους, η βοή του περάσματος τους έχουν κατακαθίσει πλέον. Τα απομεινάρια των επιδρομέων εξαφανίζονται. Αργά, η παραλία, η άλλοτε πολυσύχναστη, επανέρχεται στη φυσική της κατάσταση. Αδειάζει.
Ωστόσο. Η λιακάδα είναι ανυποχώρητη, η θερμοκρασία γλυκιά, καμιά σχέση με τα πυρωμένα απομεσήμερα, με τη λάβα του θερινού μεσημεριού. Καμιά φορά ένας ελαφρύς βοριάς αυλακώνει τις ράχες των κυμάτων, δροσίζει ευχάριστα. Κάποια περαστική συννεφιά, ακόμα κι η ξαφνική μπόρα, απλώς εμπλουτίζουν το σκηνικό. Και σίγουρα τα χρώματα έχουν αλλάξει, είναι πιο ευδιάκριτα και ζωντανά, καμιά σχέση μ’ εκείνη τη θολούρα των ημερών καύσωνα και επιδρομής αλλοφύλων. Κι αν ακόμα κι αυτή η παραζάλη του ελληνικού καλοκαιριού έχει τη γοητεία της, τη μέθη των στιγμών της ομαδικής εξόδου προς τη θάλασσα, είναι άλλο τόσο βέβαιο ότι τη δική της γοητεία έχουν και τούτες οι μέρες του, κατά σύμβαση, ελληνικού φθινοπώρου.
Πολύ συχνά βρίσκεσαι να κολυμπάς πλάι στα ψάρια που έχουν πάψει να φοβούνται τα πλήθη που τάραξαν το φυσικό τους χώρο, ή ακόμα και δίπλα στα ψαροπούλια που ανεφοδιάζονται σε τροφή. Όσο και αν συμβάσεις παραπέμπουν σε φθινοπωρινές μελαγχολίες, πολλές φορές η άδεια παραλία σε πλημμυρίζει ευφορία: νοιώθεις τυχερός που μπορείς να είσαι εκεί.
Υπακούοντας σε έναν εξηγήσιμο ψυχοκοινωνικό αταβισμό εκατομμύρια συμπατριώτες μας γυρίζουν το διακόπτη που γράφει «τέλος του θέρους» την 31η Αυγούστου. Οι προτεραιότητες του εργασιακού βίου, η εκπαίδευση των παιδιών, πλήθος κοινωνικών και άλλων υποχρεώσεων επιβάλλουν την επιστροφή στα αστικά κέντρα, το πέρας των διακοπών. Οι κλιματολογικές και άλλες συνθήκες δε δικαιολογούν κάτι τέτοιο. Η Ελλάδα, και ειδικά το ήπιο κλίμα του Αρχιπελάγους, συνηγορούν για την παράταση του θέρους. Αυτό είναι το χρόνιο παράπονο των επαγγελματιών του τουρισμού που μιλούν για επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου. Κι όμως, ακόμα και οι εποχές και οι δραστηριότητες που συνδέονται με αυτές, καθορίζονται εν τέλει κοινωνικά. Οι παραθεριστές αποχωρούν.
Η αποχώρηση τους αφήνει ένα κενό. Αφήνει τις πολυθρόνες των θερινών μαγαζιών κενές, τις ξαπλώστρες πάνω στην άμμο έρημες, τις ομπρέλες κλειστές, τα δωμάτια ξενοίκιαστα, την παραλία άδεια. Πρόκειται για κάτι που συμβαίνει γρήγορα και συντονισμένα. Σε ρυθμούς λίγων, ελάχιστων, ημερών το τοπίο αλλάζει εντυπωσιακά. Το παραφορτωμένο, από κόσμο, ένταση, θόρυβο καλοκαιρινό σκηνικό υποχωρεί, εξαφανίζεται σα να μην υπήρξε. Η άδεια παραλία, εξακολουθεί να είναι εκεί, με ελάχιστους πια επισκέπτες. Όσο πιο μακρινή, τόσο πιο έρημη. Σαν την Κόρντομπα «μακρινή και μόνη».
Οι κολυμβητές μεταφέρουν στις μεταξύ τους ματιές και στις χαμηλόφωνες καλημέρες και καλησπέρες τους έναν κάποιον αέρα συνενοχής. Κάποιοι από αυτούς έχουν την όψη του «επιζήσαντος» από τα καλοκαιρινά λεφούσια, κάποιοι άλλοι ξαναπλησιάζουν την ακτή για πρώτη φορά μετά το μακρινό Ιούνιο, έχουν αποφύγει τον ορυμαγδό που ακολούθησε. Γνωρίζουν όλοι και όλες ωστόσο, ότι απολαμβάνουν κάτι που είναι δύσκολο και γι’ αυτό σπάνιο… τη ραστώνη των αρχών του φθινοπώρου, την ευδαιμονία των ολίγων. Άλλωστε κάθε μέρα στην άδεια παραλία, όσο ακόμα το επιτρέπει ο καιρός, μοιάζει «μέρα κερδισμένη».
Ακόμα κι οι σχέσεις έχουν αλλάξει. Αυτές οι εμπορευματικές σχέσεις που συνάπτονται μεταξύ παραθεριστών, κολυμβητών κι επαγγελματιών. Εκεί που ακούγονταν τα ηχηρά ντεσιμπέλ κι οι τεράστιες παραγγελίες των ηλιοκαμένων ωρών της αιχμής, τώρα μόλις που ακούγονται χαμηλόφωνες παραγγελίες. Όλα γίνονται πιο χαλαρά. Ίσως μάλιστα και η περιποίηση του πελάτη να είναι καλύτερη. Σίγουρα είναι πιο εγκάρδια, αφού ο πελάτης αυτός ο σεπτεμβριάτικος είναι και περισσότερο δυσεύρετος και πιο ψαγμένος. Άλλωστε και για τον επαγγελματία θερινού μαγαζιού, που αναπόφευκτα σε λίγο διάστημα θα κλείσει, οι εισπράξεις του Σεπτεμβρίου είναι το κάτι έξτρα που θα προστεθεί σε ό,τι τζίρο έκανε όλο το καλοκαίρι. «Ο Μάης είναι κράχτης, και ο Σεπτέμβρης αφρός» μου έλεγε παλαίμαχος και πολύπειρος καντινιέρης.
Είναι βέβαιο ότι ο χειμώνας που έρχεται θα είναι δύσκολος και βαρύς για πολύ κόσμο. Οι επιστροφές σε ζόρικες υποχρεώσεις, αναπόφευκτα στενέματα, τα οικονομικά προβλήματα που διογκώνονται, η «παλιοκατάσταση» που δεν λέει να καλυτερεύσει, όλα αυτά συναποτελούν τη μέγγενη που απειλεί να σφίξει τις επερχόμενες μέρες μας. Μεγάλα παιδιά είμαστε κι έχουμε επίγνωση του τι μας συμβαίνει. Γι’ αυτό και τούτες οι μέρες, μαζί με την άδεια παραλία, μας κλείνουν το μάτι. Ας πάρουμε ότι μπορούμε.
Συζήτηση1 σχόλιο
Όμορφο κείμενο εγκώμιο του ελληνικού καλοκαιρινού Σεπτέμβρη. Πώς λέμε μεσοχειμωνη ανοιξη….