Ήσπασες τον κουμπαρά κι επήες ταξίδι… Κι όχι στη Λόντρα, στα Παρίσια και στας Ελβετίας… καταθέσεις εν είχες να κάμεις… αυτές τις κάμνουνε οι άλλοι… οι επιτήδειοι…
Επήες εις την Πόλη! Και εν είναι το ίδιο άμα πηαίνεις στη Σμύρνη, στον Τσεσμέ και τ’ Αλάτσατα, εκεί πια κατήντησενε προξενιό… Στην Πόλη! Γιατί εκεί θαρρείς πως η καρδιά σου φτερουγίζει πιότερο σα να’ ναι ένας έρωτας παράνομος… Εκεί, αφήνεσαι να σε κουτουλά ο καθένας, οι χιγιάδες, οι μύριοι αθρώποι που ’ναι στο δρόμο… και ε σε πειράζει καθόλου που σε παρασέρνουνε… Θαρρείς πως σε ξυπνούνε, για να μη φας τα μούτρα σου, που πορπατάς με το κεφάλι ψηλά για πρώτη φορά κι ονειρεύεσαι.. στους δρόμους, στις εκκλησιές, στα τζαμιά, στις ανηφοριές για του Γένους τη Σχολή, για το Γαλατά κιουλέ, την Ταξίμ, το Σταυροδρόμι…
Η Πόλη των πέντε αιστήσεων…
Της μυρουδιάς που ’ρκεται από παντού και θαρρείς πως ήνοιξες το τσουκάλι της Λωξάντρας στο Μπαλουκλί και ξεχυθήκανε όλα τα μπαχάρια..
Της γεύσης, σε κάθε βήμα που κάμεις και μακάρι, λες, να μπορούσες να τα δοκιμάσεις όλα, να βουτηχτείς στη λουκουμόσκονη και τα σορόπια, στα καυτερά και τα τουρσιά…
Της αφής… στο χαμάμ με το ζεστό μάρμαρο, της επαφής όταν βάζεις τον αντίχειρα στην τρύπα του Εξαδάχτυλου, στην Αγιά Σοφιά, που λένε πως άμα κάμεις μιαν ευκή βγαίνει και εν εύκεσαι τίποτις άλλο παρά να ξανάρτεις στην Πόλη.
Της ακοής… σαν αρχίζουνε οι ιμάμηδες τα μπιρ αλλάχ και πιο δίπλα να ακούγεται η Αλεξίου και παραδίπλα ευτός που πουλά μπαλίκ εκμεκ και μια φωνή, δίπλα σου, να σε ρωτά: Ρωμιοί είστε; και λες το ναι και ντρέπεσαι…
Η Πόλη της όρασης, που σε κάμει να νιώθεις ο,τι βλέπεις στ’ αλήθεια, χωρίς ψεύτικα φτιασίδια… Τους νέους που αγκαγιάζονται στα παγκάκια στο Ορτάκιοϊ με τον ντοντουρμά στο χέρι, τους ψαράδες που παίζουν με τους γλάρους στην αγορά του Καντίκιοϊ με τον κάτη να χαζεύει κάτω από τον πάγκο με τα ψάρια, τα χρώματα στα τσίτια και στα γυαλιά των αργιλέδων…
Ποδάρια να ‘χεις να σεργιανάς… κι άμα πια αποκάμεις απέ την κούραση και θες να πα να πέσεις έρκεται ένα αεράκι δροσερό από το Μπογάζι και σε ανετριχιάζει, σα να σου λε: ξύπνα, εν είναι ώρα για ύπνο… ακόμα εν έχεις δει τίποτι απέ τούτην την Πόλη, δε θα προκάμεις…