Kαθώς η Ευρώπη αποφασίζει αυστηρότερους ελέγχους τι ακριβώς διακυβεύεται στα σύνορα;
της Μύριας Γεωργίου
Το Δεκέμβριο του 2015 η Λίλη Χουλιαράκη και η Μύρια Γεωργίου από το London School of Economics – LSE, επισκέφθηκαν τη Χίο και μελέτησαν την αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος και κάποιες από τις δομές αλληλεγγύης που είχαν αναπτυχθεί στο νησί. Το παρακάτω κείμενο της Μ. Γεωργίου δημοσιεύθηκε στο ιστολόγιο Euro Crisis in the Press του LSE. To μεταφράσαμε και το δημοσιεύουμε με την ευγενική παραχώρηση της συγγραφέα.
Μετάφραση/επιμέλεια: Κ. Ζαφείρης
Έξι μήνες είναι μακρύ χρονικό διάστημα στην πολιτική κι αυτό περιλαμβάνει και την πολιτική για τα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη. «Οι πρόσφυγες είναι καλοδεχούμενοι» (#Refugeeswelcomehere) ήταν ένα σύνθημα που αντανακλούσε διαδεδομένα συναισθήματα και πολιτική βούληση στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και νωρίς το φθινόπωρο –ένα θερμό καλωσόρισμα στα πρώτα κύματα αφίξεων από τις περιοχές που είχαν πληγεί από τον πόλεμο. Λίγους μήνες αργότερα και με την ανατολική «γειτονιά» της Ευρώπης να πλήττεται από συγκρούσεις, οι πρόσφυγες συνεχίζουν να καταφθάνουν στις ελληνικές ακτές. Η πολιτική υποδοχής, ωστόσο, είναι τώρα πολύ διαφορετική. Η Ελλάδα έχει επισήμως απειληθεί με αποπομπή της από τη Ζώνη Σέγκεν της ΕΕ για πλημμελή φύλαξη των συνόρων της. Μόνο μερικές μέρες αργότερα, η Ευρωπαϊκή και η Ελληνική νομοθεσία έκαναν δυνατό να παραπέμπονται στη δικαιοσύνη ντόπιοι και εθελοντές που βοηθούν πρόσφυγες και μετανάστες στη θάλασσα ή κατά την άφιξή τους. Μερικοί, όπως μια ομάδα εθελοντών στη Χίο, και άλλες ομάδες Ισπανών διασωστών και Δανών μουσουλμάνων που βοηθούσαν πρόσφυγες σε ένα βουλιαγμένο φουσκωτό στη Λέσβο, έχουν ήδη συλληφθεί αντιμετωπίζοντας κατηγορίες παράνομης διακίνησης ανθρώπων. Είναι λοιπόν ο εκστατικός ανθρωπισμός της Ευρώπης του 2015 μια μακρινή ανάμνηση; Καθώς η παρούσα «προσφυγική κρίση» της Ευρώπης μπαίνει σε νέα φάση, αποκαλύπτονται πολλές από τις αντιφάσεις και τις σύνθετες καταστάσεις στις πολιτικές που την καθορίζουν. Μια από από αυτές είναι η σημαντική απόσταση ανάμεσα στο τι πραγματικά συμβαίνει στα σύνορα της Ευρώπης, στο σημείο άφιξης των προσφύγων, από τη μια πλευρά, και τι στην καρδιά της Ευρώπης στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, από την άλλη.
Ενώ οι υψηλού επιπέδου αποφάσεις σχετικά με τους πρόσφυγες απασχολούν τα Ευρωπαϊκά πρωτοσέλιδα, το τι πραγματικά συμβαίνει στις συνοριακές περιοχές συγκεντρώνει όλο και λιγότερη προσοχή. Κι όμως οι ιστορίες από τα σύνορα είναι που αποκαλύπτουν πολλές από τις πραγματικές προκλήσεις και τους κινδύνους που περικλείονται στις αποφάσεις αυτές. Το Δεκέμβριο του 2015, η Λίλη Χουλιαράκη κι εγώ μελετήσαμε τα δίκτυα αλληλεγγύης που είχαν αναπτυχθεί στο νησί της Χίου. Η Χίος είναι ένα από τα ελληνικά νησιά με σχεδόν καθημερινές εκατοντάδες αφίξεις από τα τουρκικά παράλια. Απέχει μισή ώρα πλοίο και 2 με 6 ώρες με φουσκωτό από τις τουρκικές ακτές. Η Χίος είναι Ευρωπαϊκό σύνορο. Ενώ ήμασταν στο νησί παρατηρήσαμε τα σημάδια της αλλαγής στην Ευρωπαϊκή πολιτική στα θέματα της υποδοχής: από την ανέγερση ενός νέου hot spot για καταγραφή προσφύγων και μεταναστών, μακριά από την πόλη και με φράχτη ολόγυρα, στην άφιξη μεγάλης δύναμης της Frontex που υπερέβαινε αριθμητικά τη δύναμη της τοπικής αστυνομίας που έκανε την καταγραφή ως τότε. Δίπλα σ’ αυτές τις αλλαγές παρατηρήσαμε την αθέατη για τους περισσότερους Ευρωπαίους, αλλά καθοριστικής σημασίας, πράξη της αλληλεγγύης. Έχοντας την ευκαιρία να γνωρίσουμε τόσο τους κατοίκους σε ένα ψαροχώρι όπου τα φουσκωτά καταφθάνουν σχεδόν κάθε μέρα, όσο και τους εθελοντές μιας συλλογικής κουζίνας που παρασκευάζει καθημερινά ζεστά γεύματα για πρόσφυγες και μετανάστες, μπορέσαμε έτσι να δούμε την άλλη πλευρά της «κρίσης».
Οι κάτοικοι στο ψαροχώρι της Αγίας Ερμιόνης, συνταξιούχοι οι περισσότεροι, έχουν φτιάξει ένα αυτοσχέδιο αλλά αποτελεσματικό σημείο υποδοχής για τις τακτικές αφίξεις δεκάδων, πολλές φορές εκατοντάδων, ανθρώπων όλων των ηλικιών. Με απίστευτη αποτελεσματικότητα, συνήθως όχι περισσότεροι από μια χούφτα κατοίκων προσφέρουν νερό, γάλα, μπισκότα και, το πιο σημαντικό, στεγνά ρούχα σε όσους βγαίνουν από τη θάλασσα. Οι κάτοικοι της Αγίας Ερμιόνης προσέχουν επίσης τη θάλασσα για βάρκες που έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους και κινδυνεύουν να συντριβούν στις βραχώδεις ακτές. Κάποιες φορές το κάνουν για 16 ώρες συνεχόμενα –όσο χρειάζεται, όσο φτάνουν βάρκες, όπως μας λέει ο Δημήτρης, ένας από τους κατοίκους. Οι εθελοντές της Κοινωνικής Κουζίνας έχουν στήσει έναν άλλο εξαιρετικά αποτελεσματικό μηχανισμό υποστήριξης, ετοιμάζοντας 500 με 700 μερίδες ζεστού φαγητού καθημερινά. Σε βάρδιες περίπου 10 ατόμων κάθε φορά, οι εθελοντές ετοιμάζουν τα γεύματα –συνήθως φακές ή ζυμαρικά- στη διάρκεια διαλείμματος από τη δουλειά τους, και στη συνέχεια μετά τη δουλειά τα διανέμουν απευθείας σε πρόσφυγες και μετανάστες. Σε ένα νησί με ένα μεγάλο δίκτυο ΜΚΟ που συντονίζονται από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, μόνο μικρές ομάδες εθελοντών προσφέρουν μαγειρεμένο, ζεστό φαγητό σε όσους φθάνουν. «Υπάρχει κάτι βαθιά ανθρώπινο, στο να μπορείς να ετοιμάζεις και να προσφέρεις ένα ζεστό γεύμα» λέει η Βίκυ, μια από τις εθελόντριες.
Άνθρωποι σαν το Δημήτρη και τη Βίκυ τώρα αντιμετωπίζουν καθημερινά το ενδεχόμενο να παραπεμφθούν με κατηγορίες παράνομης διακίνησης ανθρώπων. Όπως προαναφέρθηκε, σύμφωνα με νέα νομική ρύθμιση, που εισάχθηκε επίσημα από την Ελληνική Κυβέρνηση στις 28 Ιανουαρίου, όλοι οι εθελοντές πρέπει να καταγραφούν από την αστυνομία, να αξιολογηθούν και να λάβουν έγκριση. Αν δεν έχουν καταγραφεί και/ή εγκριθεί, όπως στην περίπτωση των Ισπανών διασωστών ή των Δανών εθελοντών, μπορεί να αντιμετωπίσουν κατηγορίες. Αυτό το τμήμα της νομοθεσίας, είναι μονάχα ένα από τα πρόσφατα μέτρα για αύξηση του ελέγχου στα σύνορα και στις νέες αφίξεις. Η χώρα ακόμη χαρακτηρίζεται «αναποτελεσματική» στη φύλαξη των συνόρων της, με πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη να ζητούν από την Ελλάδα να χρησιμοποιήσει το Πολεμικό Ναυτικό για να αποτρέψει νέες αφίξεις.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα σε πρόσφατη έκθεσή τους επισήμαναν ήδη ότι οι Ευρωπαϊκές πολιτικές για το θέμα υπήρξαν μια «καταστροφική αποτυχία»: όχι μόνο απέτυχαν να αντιμετωπίσουν συλλογικά την κρίση, αλλά «αυτές οι πολιτικές αποτροπής όχι μόνο απέτυχαν να αντιμετωπίσουν τις ανθρωπιστικές ανάγκες όσων εγκαταλείπουν τις εστίες τους, αλλά και επιδείνωσαν την κατάσταση χιλιάδων ανυπεράσπιστων ανδρών, γυναικών και παιδιών». Σε ένα πολύ διαφορετικό πλαίσιο, ο εικαστικός καλλιτέχνης Jason de Caires Taylor αποκάλυψε πρόσφατα τα εξαιρετικά γλυπτά του από πνιγμένους πρόσφυγες στο πρώτο υποβρύχιο μουσείο έξω από την ακτή του Lanzarote στα Κανάρια Νησιά. Ένα από τα πιο συγκλονιστικά έργα του «Η Σχεδία της Lampedusa» μας δείχνει τι απογίνονται οι βάρκες που δεν καταφέρνουν να φτάσουν στην ακτή. Είναι η τέχνη, και οι εκθέσεις, που μας θυμίζουν έντονα ποιο πραγματικά είναι το διακύβευμα, κι όχι τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων κι οι τίτλοι των ειδήσεων. Και το διακύβευμα ίσως είναι πράγματι τα ασφαλή σύνορα. Αλλά σίγουρα και κάτι πολύ περισσότερο από αυτό.
Η Μύρια Γεωργίου διδάσκει στο Τμήμα ΜΜΕ & Επικοινωνίας του London School of Economics. Το ερευνητικό της αντικείμενο επικεντρώνεται στην μετανάστευση, τη διασπορά και την πόλη, ειδικά στην ανάλυση των τρόπων με τους οποίους τα ΜΜΕ και η επικοινωνία διαμορφώνουν αφηγήσεις και εμπειρίες του ανήκειν μεταξύ μετακινούμενων και διαφορετικών πληθυσμών.