γράφει ο Μιχάλης Ανεζίρης
“Κοίτα έναν που πάει μπροστά… μήπως είναι κανείς τραπεζίτης; κοίταξέ τον τι πόζα βαστά… κι’ όμως ξέρεις τι είναι; … μεσίτης.”
Το αιχμηρό δίστιχο, το λίαν καυστικό για ανθρώπους-σύμβολα ενός κοινωνικού συστήματος που ανέκαθεν τρεφόταν από τις κοινωνικές ανισότητες, ακούστηκε σε καλοκαιρινή θεατρική παράσταση πάνω στο νησί, η οποία δημιούργησε γενικώς θόρυβο και συζητήθηκε εκτενώς. Άρεσε μάλιστα σε πολύ κόσμο και σε κάμποσους φίλους και γνωστούς μου (δεν συμμερίστηκα καθόλου την άποψή τους), καθότι θεωρήθηκε “μοντέρνα, αντισυμβατική και πρωτοποριακή”. Δεν την αναφέρω ονομαστικά (παρόλο που όσοι την είδαν θα έχουν ήδη καταλάβει πού αναφέρομαι) όχι για λόγους δειλίας ή διπλωματίας, αλλά γιατί σκοπός του παρόντος σημειώματος δεν είναι ν’ ασκήσω ετεροχρονισμένη θεατρική κριτική.
Άλλο είναι αυτό που μ’ ενδιαφέρει εδώ: η παράσταση υπήρξε ευγενής χορηγία των εξής…επαναστατικών φορέων: του πολιτιστικού ομίλου της τράπεζας Πειραιώς, του ιδρύματος “Μαρία Τσάκος”, του ασφαλιστικού ομίλου Allianz και της…πρεσβείας της Γερμανίας! Κοινώς, για να μην το πολυκουράζουμε: ασκούμε κριτική στο σύστημα, με τις ευλογίες και τις χορηγίες των στυλοβατών του. Μας πληρώνουν και “μας τα ακουμπάνε”, για να είμαστε όλοι ευχαριστημένοι: εμείς για το ότι αυτοπροσδιοριζόμαστε ως “ανεξάρτητοι και τολμηροί καλλιτέχνες” και οι χορηγοί μας, επειδή μας παραχώρησαν το δικαίωμα να τους ασκήσουμε την κριτική μας, ώστε να χαιρόμαστε όλοι μας την άπλετη δημοκρατία που βιώνουμε!
Και το φαινόμενο παίρνει πλέον διαστάσεις ανησυχητικές: η ελίτ που ισχυροποιείται από τα μνημόνια επενδύει πλέον κεφάλαια δυσβάσταχτα για το χρεοκοπημένο κράτος στη δημιουργία κολοσσιαίων πολιτιστικών ιδρυμάτων (Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος κλπ.) που αρχίζουν να μονοπωλούν σχεδόν την παραγωγή εγχώριας τέχνης, συγκεντρώνοντας κάτω από “τις προστατευτικές τους φτερούγες” όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του αξιόλογου καλλιτεχνικού δυναμικού της χώρας.
Όμως η τέχνη έτσι ευνουχίζεται καίρια: η ουσιαστικά ανατρεπτική της ματιά χάνεται, η επαναστατικότητά του λόγου και της πράξης της γίνεται ένα χαριτωμένο, πλαδαρό event – άοσμο κι ανούσιο, αφού βρίσκεται στις υπηρεσίες αυτού ακριβώς που θα όφειλε εκ φύσεως να χτυπά: του ισχυρού, που ευνοείται ποικιλοτρόπως από την εκτόνωση της εις βάρος του οργής σε μια ξεθυμασμένη και θεσμοποιημένη κριτική. Παράλληλα, η συναίνεση του καλλιτέχνη στην ευεργετική συνδρομή του συστημικού φορέα “ξεπλένει” τον τελευταίο, αφού γίνεται έτσι και “μέγας χορηγός της καλλιτεχνικής έκφρασης” αλλά και “δημοκράτης” που σέβεται την τυπική ελευθερία του λόγου (“ορίστε, τους αφήνω και να με κριτικάρουν”…). Η ελευθερία όμως αυτή επί της ουσίας είναι τόση όση κι η ελευθερία που μου παρέχει ως πολίτη η σύγχρονη δημοκρατία: μπορώ τυπικά να γράψω – ακόμα – ότι “ο τάδε πολιτικός ή κυβερνήτης είναι…” όποιο επίθετο έχετε ευχαρίστηση! Ποσώς χολοσκάει όμως ο “θιγόμενος” από την κριτική μου, αφού εξακολουθεί να ορίζει τη ζωή μου όπως του γουστάρει και δεν τον περιορίζω με κανέναν ουσιαστικό τρόπο!
Εν κατακλείδι, οι σημερινοί ισχυροί, αναλαμβάνοντας προθύμως τον ρόλο του προστάτη των καλλιτεχνών που διαδραμάτιζαν παλιότερα οι βασιλείς και οι ευγενείς, διοχετεύουν σε επιθυμητά γι’ αυτούς κανάλια ό,τι πιο πολύτιμο έχει να μας προσφέρει διαχρονικώς η μεγάλη Τέχνη: την αφύπνιση συνειδήσεων, τον γνήσιο θυμό και τη διάθεση για αλλαγή του κόσμου!
Κι αν οι Μολιέροι της παγκόσμιας δραματουργίας αξίζουν τον άπειρο σεβασμό μας, διότι δεν δίστασαν να γράψουν έργα όπως ο “Ταρτούφος” ευρισκόμενοι κάτω από την προστασία Λουδοβίκων, ας αναλογιστούν την ευθύνη τους απέναντι στην ανεξαρτησία τους αλλά και στις προσδοκίες του κοινού όσοι σύγχρονοι καλλιτέχνες “αφέθηκαν εύκολα κι ενδίδουν”. Οι καιροί είναι χαλεποί κι οι αντιξοότητες πολλές – δεν σταυρώνω κανέναν. Με ενοχλεί όμως αφόρητα η ανέξοδη επαναστατικότητα – είναι μορφή φτήνιας. Όσο είσαι αναγκασμένος να παράγεις τέχνη βασισμένος σε τέτοιες εξαρτήσεις, μην “μου το παίζεις επαναστάτης”: πάρε τη χορηγία και της τράπεζας Πειραιώς και της γερμανικής πρεσβείας και… του Ροκφέλλερ του ίδιου, αν δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς, αλλά μην παριστάνεις στη σκηνή τον Τσε Γκεβάρα! Η σεμνότητα κι η επίγνωση των αδυναμιών μας είναι αναγκαίες, για να ξανακάνουμε βήματα προς την ελευθερία!
Συζήτηση1 σχόλιο
Εξαιρετική οπτική! Η υποκρισία σε όλο της το μεγαλείο!