γράφει ο Γιώργος Χατζελένης
Χρόνια κινηματογραφόφιλος, έχω περάσει άπειρες ώρες σε διάφορες σκοτεινές αίθουσες. Το μεγάλο μου παράπονο που έχει προκύψει απ’ αυτήν μου τη συνήθεια, είναι πως ο ελληνικός κινηματογράφος δεν έχει ποτέ εισχωρήσει με σοβαρότητα σε κομμάτια της ιστορίας μας αλλά και στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση της τελευταίας δεκαετίες, κάτι που χει δώσει την εντύπωση πως οι εγχώριοι κινηματογραφιστές απέχουν πολύ από τον παλμό της κοινωνίας.
Όμως τα τελευταία χρόνια σαν κάτι να άλλαξε κι η κοινωνική ανάγκη για ιστορική και πολιτική ανάλυση βρήκε έναν άλλο τρόπο έκφρασης. Το ντοκιμαντέρ μπήκε δυναμικά στους κινηματογράφους. Αν κι η αρχή έγινε το 2000 με την Αγέλαστος Πέτρα του Φίλιππου Κουτσαφτή, χρειάστηκε να περάσουν αρκετά χρόνια για να δούμε κι άλλες δημιουργίες. Από τα αφιερώματα για την οικονομική κρίση και τον φασισμό του Άρη Χατζηστεφάνου στην αγωνιστική επιβίωση των εργαζομένων της ΒΙΟ.ΜΕ. κι από τους διεθνείς προβληματισμούς του Γιώργου Αυγερόπουλου στα ντοκουμέντα για τα ενδότερα της Χρυσής Αυγής. Η ποικιλία είναι μεγάλη κάτι που δίνει όλο και περισσότερη τροφή για σκέψη.
Υπάρχει όμως και μια τάση που προσπαθεί να προσδιορίσει ξανά την πρόσφατη ιστορία μας, καθώς ασχολείται με την Εθνική Αντίσταση και τον Εμφύλιο. Πέρσι είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε τις «Μνήμες» και φέτος τους «Παρτιζάνους των Αθηνών». Μπορεί η θεματολογία να είναι η ίδια αλλά οι προσωπικές μαρτυρίες των ηρώων είναι που προσθέτουν ένα επιπλέον λιθαράκι στις γνώσεις μας, εμπλουτίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την εικόνα που έχουμε για το πρόσφατο παρελθόν μας. Παρατηρώντας με περισσότερη προσοχή το παρελθόν, μπορούμε να ερμηνεύσουμε με μεγαλύτερη επιτυχία το παρόν, χτίζοντας καλύτερες βάσεις για το μέλλον.
Αυτό όμως που με γεμίζει αισιοδοξία είναι πως όλο και περισσότερος κόσμος επιλέγει αυτού του είδους τις προβολές. Έμεινα έκπληκτος από την ουρά που συνάντησα έξω από τον κινηματογράφο «Μικρόκοσμο» όταν πήγα να δω τους «Παρτιζάνους των Αθηνών». Και δεν ήταν μόνο αυτό. Το κλίμα μέσα στην αίθουσα είχε κάτι οικείο που συνήθως το συναντά κανείς σε αγαπημένα στέκια ενώ εντύπωση μου έκανε η φορτισμένη ατμόσφαιρα γεμάτη συναισθήματα συγκίνησης και περηφάνιας, που επικράτησε κατά τη διάρκεια της προβολής.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν πως όλο και πληθαίνουν τα ντοκιμαντέρ στις σκοτεινές αίθουσες, αποδεικνύοντας πως κάτι ναρκωμένο έχει αρχίσει να ξυπνάει στη κοινωνία μας. Ευτυχώς η νέα γενιά κινηματογραφιστών προσπαθεί να μας το αφυπνίσει αλλά κι εμείς οφείλουμε να στηρίξουμε αυτή τη προσπάθεια. Καλό είναι λοιπόν να επιδιώξουμε την προβολή αρκετών ντοκιμαντέρ στο νησί μας. Μ’ αυτόν τον τρόπο τους δίνουμε κουράγιο να συνεχίσουν το έργο τους, αποκτώντας παράλληλα περισσότερες γνώσεις και προβληματισμούς.