Σίγουρα η εικόνα με τους κουτσουρεμένους φοίνικες στον Δημοτικό Κήπο, που αποδεκατίζονται μέρα με τη μέρα από το κόκκινο σκαθάρι, δεν είναι ευχάριστη για κανέναν μας. Ωστόσο, καθώς οι «χημειοθεραπείες» με τις οποίες η Υπηρεσία Πρασίνου επιχειρεί να τους κρατήσει ζωντανούς δεν μπορούν να δώσουν οριστική λύση στο πρόβλημα, εγείρονται ερωτηματικά αν οι προσπάθειες διάσωσης τους πρέπει να συνεχιστούν.
Το φαινόμενο με τους σακατεμένους φοίνικες δεν εμφανίζεται μόνο στην Χίο. Πολλές άλλες περιοχές της χώρας μας εμφανίζουν το ίδιο ή και μεγαλύτερο πρόβλημα. Η Ελένη Καπετανάκη-Μπριασούλη, καθηγήτρια και πρόεδρος του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου έχει αρθρογραφήσει για το ζήτημα το οποίο είναι αποτέλεσμα της αρθρόας εισαγωγής φοινίκων σε μια προσπάθεια οι πόλεις μας να πλησιάσουν το πρότυπο των γκλαμουράτων, τουριστικών προορισμών. Σύμφωνα με την κα Μπριασούλη αυτές οι κινήσεις είχαν ως αποτέλεσμα «την ομογενοποίηση και ενσωμάτωση τους (των ελληνικών πόλεων) στην παγκοσμιοποιημένη, στερεότυπη και τυποποιημένη, μορφολογία των σύγχρονων τουριστικών προορισμών – το τουριστικό ίματζ – και την ταυτόχρονη απώλεια της ιδιαίτερης, αυθεντικής φυσιογνωμίας και ταυτότητας τους – της εικόνας τους, φορέα διαχρονικών αξιών και βιωμάτων».
«Μια τουριστική περιοχή χωρίς φοίνικες φαίνεται να είναι αδιανόητη σήμερα» αναφέρει σε άλλο σημείο του άρθρου που αναφέρεται στην ιδιαίτερη πατρίδα της το Ρέθυμνο που έχει πληγεί σημαντικά και σημειώνει ότι «το τουριστικό ίματζ με φοίνικες έχει μεγάλο (αν μη τι άλλο λόγω του μεγάλου πλήθους τους) και πολυδιάστατο κόστος – οικονομικό, περιβαλλοντικό/υγειονομικό, αισθητικό και πολιτισμικό – που εγείρει σοβαρά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν».
Οικονομικό κόστος
Περιλαμβάνει το κόστος αγοράς, τοποθέτησης και συντήρησης/καλλωπισμού των φοινίκων, το κόστος αντιμετώπισης του κόκκινου σκαθαριού, το κόστος διαχείρισης/διάθεσης των νεκρών φοινίκων, καθώς και την οικονομική αξία του περιβαλλοντικού κόστους που αναφέρεται παρακάτω. Το κόστος ενός φοίνικα ποικίλλει με το μέγεθος του. Ενδεικτικά, το 2010, οι μεγάλοι φοίνικες κόστιζαν 1750 ευρώ/μέτρο ενώ ένα μικρό δενδρύλλιο 150 ευρώ περίπου. Ο καθαρισμός ενός φοίνικα, από φθηνά εργατικά χέρια, κόστιζε 30 Ευρώ το δένδρο το 2011. Για την αντιμετώπιση του κόκκινου σκαθαριού, η έγχυση εντομοκτόνων στον κορμό κόστιζε 300 Ευρώ/δένδρο/έτος το 2010-11. Το κόστος απομάκρυνσης/καταστροφής προσβεβλημένων φοινίκων με νόμιμες διαδικασίες κυμαινόταν από 350 έως 800 ευρώ/δένδρο το 2010-11.
Περιβαλλοντικό/υγειονομικό κόστος
Περιλαμβάνει τις σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις των εντομοκτόνων στον αέρα, το έδαφος, τα νερά, τις μέλισσες και τον άνθρωπο, την κατανάλωση νερού και ενέργειας για τη διαχείριση υγιών, προσβεβλημένων και νεκρών φοινίκων, και τις επιπτώσεις της πλημμελούς διαχείρισης των νεκρών φοινίκων. Η αντιμετώπιση του κόκκινου σκαθαριού απαιτεί σημαντικές ποσότητες εντομοκτόνων. Ενδεικτικά, για τρεις εγχύσεις ανά δένδρο/χρόνο, απαιτούνται 210 ml εγκεκριμένων σκευασμάτων. Τα μεγέθη διαφοροποιούνται ανάλογα για ψεκασμούς ή λουσίματα. Αν ληφθούν υπόψη ανεξέλεγκτες εφαρμογές σκευασμάτων και υπερβάσεις στη δοσολογία, οι επίσημες εκτιμήσεις ίσως είναι συντηρητικές…
Τα χρησιμοποιούμενα σκευάσματα περιέχουν δραστικές ουσίες (νεονικοτινοειδή –Thiamethoxam, Imidacloprid, Αbamectin, Clothianidin) που, σύμφωνα με τους κατασκευαστές και επιστημονικές πηγές, χαρακτηρίζονται επιβλαβείς για ανθρώπους, ζώα και πουλιά και εξαιρετικά τοξικά για μέλισσες και επωφελή έντομα, με πιθανές μακροχρόνιες επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον (κίνδυνος ρύπανσης/μόλυνσης επιφανειακών νερών, νερού άρδευσης και ύδρευσης και υπογείων υδάτων). Η ισχυρή σχέση της χρήσης νεονικοτινοειδών και της κατάρρευσης του πληθυσμού των μελισσών ήταν και ο κυριότερος λόγος που απαγορεύθηκαν σε πολλές χώρες (ΗΠΑ, ΕΕ, κ.ά.).
Η διαχείριση των νεκρών φοινίκων (καύση και κυρίως φυτοϋγειονομική ταφή σε ειδικούς χώρους) υπόκειται σε αυστηρές προδιαγραφές μια που έχουν υποστεί ‘χημειοθεραπείες’, άρα αποτελούν τοξικά στερεά απόβλητα. Εδώ εγείρονται σημαντικά ερωτήματα εφαρμογής της Ευρωπαϊκής και εθνικής νομοθεσίας που απαγορεύει ρητά την ανεξέλεγκτη καύση ή ταφή στερεών αποβλήτων καθώς και της ύπαρξης κατάλληλων (αδειοδοτημένων) τοποθεσιών ταφής σημαντικού όγκου νεκρών φοινίκων.
Αισθητικό κόστος
Ο αφύσικα μεγάλος αριθμός φοινίκων, είτε σε δενδροστοιχίες είτε σε συστάδες, αλλοιώνει την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της πόλης (και των ξενοδοχειακών μονάδων που κάνουν αποκλειστική χρήση φοινίκων). Αισθητικές ατασθαλίες σημειώνονται επίσης γύρω από αγάλματα που ‘χάνονται’ από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό τους από πλήθος φοινίκων.
Πολιτισμικό κόστος
Συναρτάται από το αισθητικό αλλά είναι ευρύτερο του μια που η αλλοίωση της φυσιογνωμίας του τόπου συνεπάγεται και αλλοίωση των βιωμάτων των κατοίκων και επισκεπτών, μετάδοση εισαγόμενων αξιών, ξένων στο ιστορικό γίγνεσθαι της πόλης, και πολιτισμική ασυνέχεια.
«Στη θέση του κατεστραμμένου φοίνικα, τι να φυτέψω;»
Σύμφωνα πάντα με την κα Μπριασούλη «Το μέγα ζητούμενο δεν είναι να σωθούν οι φοίνικες αλλά να διαμορφωθεί μια ορθολογική προσέγγιση στην αντιμετώπιση του πολυδιάστατου προβλήματος που υφίσταται όπως έχουν κάνει ήδη κάποιοι δήμοι της χώρας με τη συνδρομή ειδικών επιστημόνων και προτάσεων επιστημονικών φορέων (π.χ. ΓΕΩΤΕΕ)», και προτείνει τη διακοπή νέων φυτεύσεων φοινίκων σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους πρασίνου, την απομάκρυνση και ασφαλή διαχείριση των προσβεβλημένων φοινίκων, την αντικατάστασή τους με ενδημικά φυτά και τη διακοπή χρήσης των πάσης φύσης αγροχημικών.
Μιλώντας στο Μεσολόγγι στις 12/9/2015, ο κ. Θυμάκης, γεωπόνος, ιδρυτής και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φοινικοειδών, ανέφερε «Το σκαθάρι δυστυχώς θα είναι πάντα κοντά μας. . . Εκεί που χάνεται ένας φοίνικας δεν μπορώ να ξαναβάλω άλλον γιατί είναι σαν να λέμε στο σκαθάρι ξαναμπές μέσα. Ποιο δέντρο λοιπόν θα βάλω στην θέση του;» Ο ίδιος προτείνει την Αριά (Quercus ilex), ένα ενδημικό είδος, που αναπτύσσεται σε πολλών ειδών εδάφη, γιατί … «Σε μια εποχή… που πρέπει να διατηρήσουμε τη βιοποικιλότητα, είναι σημαντικό να επαναφέρουμε αυτού του είδους τα φυτά… για να στρέψουμε το ενδιαφέρον μας στα θαυμάσια είδη που μας προσφέρει η πλουσιότατη ελληνική χλωρίδα!».