Σάμπως μπορείς να τα βάλεις με το βαθύ κράτος της ‘κονόμας;
Και σου ‘ρχεται στο μυαλό τότε που πήγαν να κάμουνε δεξαμενές καυσίμων στο Θόλος, επί Μητσοτάκη ήτανε, και στείλανε ένα αερόπλανο ματατζήδες με τα όλα τους και δείρανε γέρους και νέους αθρώπους που πήγανε να διαμαρτυρηθούνε..
Και σκέβεσαι πως από τότε έχει να γίνει διαμαρτυρία στα χωριά μας… από τη δεκαετία του ’90… Κι από τότε άρχισε η κατρακύλα…
Γίνανε ιχθυοκαλλιέργειες… επήγανε να φωνάξουνε κάποιοι: ‘’μη φωνάζετε’’ βρήκανε δουλειά κάποιοι χωριανοί… Τα χρόνια πέρασαν, την χάσανε τη δουλειά πολλοί χωριανοί, οι ιχθυοκαλλιέργειες έμειναν με όποιες επιπτώσεις, τα οφέλη του χωριού είναι στη δικαιοδοσία του πάρεδρου να μας τα πει…
Το Παντουκιός το διαβολίσανε, φάγανε εκατομμύρια ευρά για μια γέφυρα… Γκρεμίσανε βουνά, κόψανε δέντρα, κάναν μια γέφυρα κοντή… δώστου να φάμε κι άλλο τους δρόμους… Μια πληγή το Παντουκιός! Μεγάλη η καταστροφή! Κανείς δεν είπενε κουβέντα… άλλοι είπανε πως πρέπει να περνούνε άνετα τα φορτηγά, λες και τόσα χρόνια εν επερνούσανε…
Σαραπιό στα Καρδάμυλα… Μεγάλες βλέψεις… Φράγμα! Εκεί, χάθηκε το δάσος, κουρούπα τα βουνά… Κανείς δεν είπενε κουβέντα…
Λαγκάδα… ναυτικό χωριό, μια βάρκα κι ένας παππούς, μεράκι και αγάπη στη θάλασσα… Με τα καφενεία στο γυαλό, να πίνεις ένα ρακί και να βλέπεις τη σκουλόπετρα να σεργιανά και το καβουράκι να κάμει παιχνίδι με τον αχινιό… Να ρίχνεις ένα φελάκι ψωμί, να μαζεύουντενε όλα τα ψάρια και να κάμνουνε θαλασσοταραχή… Κι άσε τα παλιά τα χρόνια… Αυτά κι οι θύμησες δεν μετρούνε… δεν πιάνουνε φράγκο μπροστά στους παράδες…
«Το έργο αφορά στην επέκταση του παραλιακού δρόμου από τον υπάρχοντα πεζόδρομο μέχρι το μώλο στον οικισμό Λαγκάδας του ΔΗΜΟΥ ΧΙΟΥ με σκοπό να δημιουργηθεί χερσαίος χώρος και πεζόδρομος πλάτους από 5 έως 10 μέτρων και σε μήκος περίπου 190 μέτρων,ενω στο θαλάσσιο μέτωπο δημιουργούνται γ 51- 53 θέσεις πρόσδεσης σκαφών. Επίσης θα ανακατασκευαστεί ο υπάρχων μώλος μήκους 50μ. επί του οποίου θα τοποθετηθεί αναλάμπων φανός για την ασφαλή ναυσιπλοία στην περιοχή.»
Κάτι τέτοιο αποφασίσανε οι μεγάλοι για το μικρό χωριό μας… Και το έργο έγινε και πας ίσια κάτω και κλαις… Κι άμα συνέλθεις από τα κλάμματα λες: δεν ήμουνε εκεί… κάνανε του κεφαλιού τους… και δεν κοιμάσαι τα βράδια από τις ερινύες.
Και το μεγάλο έργο ανάφτυξης είναι τελειωμένο… Και σκέφτεσαι και λες πως: σαν κάτοικος ετούτου του χωριού έχεις δικαιώματα κι εσύ κι όλοι…
Κι αφού τα κάμανε σαν τα μούτρα τους κι αφού εμπήκαν οι μπίντες για τα κότερα πάνω στον πεζόδρομο θες χώρο… Για τη μάνα σου που περπατά με το Π, για τη μάνα με το καρότσι, για το παιδάκι με το καλάμι, τα παιδιά με το ποδήλατο, το παγκάκι με τον λιόσπορο… Όλοι έχουν ίσα δικαιώματα στον τόπο τους…
Κι αφού θέλαμε να νετάρομε με ό, τι γραφικό ας γίνουμε μοδέρνοι… να πάμε όπως πάνε όλοι: Ταβέρνα, τραπέζια, δρόμος, πεζόδρομος, θάλασσα…
Κι άμα δε γίνεται… φταίνε οι ντόπιοι… πάρεδροι και σύμβουλοι… υπηρεσίες και περιφέρεια… Κόμματα χωρίς πολιτισμό…
Ντροπή σε όλους…