γράφει ο Μιχάλης Ανεζίρης
Ζοφερές και λίαν ανησυχητικές είναι οι εππτώσεις των μνημονιακών πολιτικών και στον τομέα της εκπαίδευσης. Δεν κομίζω καμία συνταρακτική ανακάλυψη με την παραπάνω δήλωση, αλλά στόχος του σημειώματος είναι να εστιάσει πιο πολύ σε κάποιες εξελίξεις που έχουν ευρύτερες κοινωνικές κι εθνικές επιπτώσεις, αντί να αναλωθεί στα στενά συντεχνιακά μας (μισθολογικές μειώσεις της τάξης του 25% από το 2008, παύση διορισμών κλπ.). Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, παρατιθέμενα σε ενημερωτικό σημείωμα του Ν. Κορδή, λοιπόν:
- Από το σχολικό έτος 2008-09 μέχρι το 2014-15, ο αριθμός των εγγραφόμενων μαθητών στα Γυμνάσια της χώρας μειώθηκε κατά 8,45%. Η πτώση αυτή στα νούμερα και διατηρείται και θα συνεχιστεί ακάθεκτη, καθώς συνδέεται άμεσα με την σοβαρή μείωση του αριθμού των γεννήσεων (της τάξης του 7,5% μόνο από το 2012 έως το 2016) και της καλπάζουσας γήρανσης του πληθυσμού (σε κάθε δύο άτομα 0 -14 ετών αντιστοιχούν πλέον τρία από 65 ετών και άνω).
- Μέσα σε 8 μόλις έτη οι εκπαιδευτικοί έχουν μειωθεί κατά 43.829 (ποσοστό 23,6%)!
- Οι ελαστικές μορφές εργασίας αυξάνονται συνεχώς και στη Δημόσια εκπαίδευση. Το έτος 2011-12 το ποσοστό των αναπληρωτών επί των μονίμων εκπαιδευτικών ήταν 8%, ενώ σήμερα έχουμε φτάσει σχεδόν στο 11%. Το ποσοστό φυσικά θα παίρνει συνεχώς τον ανήφορο, λόγω της παύσης διορισμών και της πολιτικής να μπαλώνονται τα κενά κι οι τρύπες με ανθρώπους που κρατιούνται επί πολλά έτη όμηροι της εργασιακής ανασφάλειας. Επιπλέον, μπορεί να φανταστεί κανείς τις επιπτώσεις και στο επίπεδο της παρεχόμενης παιδείας, όταν όλο και μειώνονται οι άνθρωποι που μπορούν να χτίσουν μια σχέση διάρκειας και σταθερότητας τόσο με το γνωστικό τους αντικείμενο όσο και με τον εργασιακό τους χώρο (ενώ εκτοξεύεται ο αριθμός των “περιφερόμενων αλεξιπτωτιστών”).
- Τελευταίο, κι εξόχως απελπιστικό: καλπάζει η αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των εκπαιδευτικών, χωρίς να υπάρχει πια ελπίδα ανανέωσης του προσωπικού με την σταθερή “εισροή νέου αίματος”. Έκθεση της Ευρ. Επιτροπής αναφέρει ότι το 49% των εκπαιδευτικών στην Α/θμια είναι άνω των 50 ετών, ενώ η μέση τιμή της ηλικίας όλων των μονίμων εκπαιδευτικών στη Δ.Ε. είναι τα 49,2 έτη και η αντίστοιχη τιμή όλων των υπηρετούντων (μαζί με τους αναπληρωτές) είναι τα 48 έτη. Οι προοπτικές αυτής της εξέλιξης, με το δεδομένο της αλλαγής του συνταξιοδοτικού επί τα χείρω μετά το 2021 – σύνταξη στα 62 με 40 (!) έτη εργασίας, αλλιώς στα 67(!) – σημαίνουν ότι προσεχώς θα καλούνται να παράσχουν… σοβαρή παιδεία σε νέους 12 και 15 ετών άνθρωποι που ενίοτε θα πλησιάζουν και τα…εβδομήντα τους! Αφήνω τον αναγνώστη να φανταστεί τις προεκτάσεις ( δυνατότητα των εκπαιδευτικών να μπουν στην τάξη…όρθιοι, δυνατότητα επικοινωνίας και γόνιμης παιδαγωγικής σχέσης των δύο πλευρών κλπ.).
Τα παραπάνω αναφέρονται ενδεικτικά, για να ειπωθεί το πολύ απλό πως τα αλλεπάλληλα χτυπήματα στην εκπαίδευση δεν βλάπτουν μόνο τους λειτουργούς της – όπως ακριβώς και η εργασιακή υποβάθμιση ενός κλάδου δεν αφορά μόνο τον ίδιο. Είναι καιρός να τελειώνουμε λοιπόν με μία απ’ τις μεγαλύτερες κατάρες της πολιτικής των τελευταίων χρόνων: την υποδαύλιση της νοοτροπίας ενός φρικαλέου κοινωνικού αυτοματισμού, που κάνει την κάθε πληττόμενη κοινωνική ομάδα να στρέφεται εναντίον της άλλης, αντί να κατευθύνει την οργή της προς τον υπαίτιο των συμφορών της (τους φορείς της εξουσίας και τους μνημονιακούς “μονόδρομους”), και την οδηγεί στο να αναλώνεται σε συγκρίσεις… μιζέριας, που καλλιεργούν την εχθρότητα με τους άλλους εργαζόμενους (“ναι, αλλά εσείς καλά την έχετε, πάψτε να γκρινιάζετε και σκάστε, εμείς είμαστε χειρότερα!” )
Η ουσία είναι μία κι ευανάγνωστη: κανείς μας δε θα τη βγάλει καθαρή από μόνος του κι ευρισκόμενος σε συγκρουσιακή λογική με τον υπόλοιπο κόσμο της εργασίας. Μόνο αν όλοι μαζί, ξεπερνώντας εσωστρέφειες και διχαστικές λογικές, σηκώσουμε ενωμένοι το κεφάλι απέναντι σε όσους μας κλέβουν τη ζωή, έχουμε μια ελπίδα…