Λένε ότι η φωνή του έχει τη λεβεντιά του Νίκου Ξυλούρη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γιάννης Μαρκόπουλος τον επέλεξε για να ερμηνεύσει μέρη από τα μουσικά του έργα «Θητεία», «Ιθαγένεια», «Χρονικό», «Ανεξάρτητα» και «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι». Αλλά και ο πρώτος του προσωπικός δίσκος, το “Σαν έρθεις”, θεωρήθηκε ένα από τα πιο υποσχόμενα δείγματα της ελληνικής μουσικής το 2012. Ο Αλέξανδρος Μπελλές επιστρέφει στη Χίο, τον τόπο που γεννήθηκε κι έζησε τα παιδικά του χρόνια, για δύο βραδιές στην “Οδύσσεια”, την Παρασκευή 10 και το Σάββατο 11 Ιανουαρίου. Ανάμεσα στις πρόβες, με την ίδια αμεσότητα και ειλικρίνεια που έχουν τα τραγούδια, μίλησε στην “Απλωταριά” για τα παιδικά του χρόνια, τις μουσικές του και τα σχέδια που κάνει για τον καινούργιο χρόνο.
Έχεις κάνει περιοδεία σε όλη σχεδόν την Ελλάδα και έχεις πάρει μέρος σε πολλές συναυλίες, από τις Βρυξέλλες μέχρι την Ν. Υόρκη. Νιώθεις άραγε διαφορετικά τώρα που θα παίξεις Χίο;
Για μένα η Χίος είναι το σπίτι μου. Είναι πάντα συγκινητικό να γυρνάω στην πατρίδα μου. Στη Χίο τελείωσα το δημοτικό και μετά κατεβήκαμε στην Αθήνα οικογενειακώς. Τώρα μου κακοφαίνεται να γυρίζω στο νησί και να μένω σε ξενοδοχείο. Πέρσι τον Απρίλιο τραγούδησα στο Ομήρειο και ήταν μια πολύ δυνατή στιγμή για μένα. Όταν ήμουν παιδάκι πήγαινα στο Ομήρειο κι έβλεπα θεατρικές παραστάσεις και μου φαινόταν χαοτικό. Ξέρεις, όταν είσαι μικρός, σου φαίνονται όλα τεράστια. Εκείνο το βράδυ της συναυλίας δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ποιος να μου το ‘λεγε στα 8 μου ότι μετά από 20 και χρόνια θα γύριζα στο νησί να κάνω συναυλία…
Πως θα περιέγραφες την Χίο των παιδικών σου χρόνων;
Ένα όνειρο. Παίζαμε στις αλάνες, φεύγαμε το πρωί, γυρνούσαμε το βράδυ, δεν υπήρχε κανένα άγχος. Είμαι χαρούμενος που έζησα στη Χίο αυτές τις εποχές. Με τα κλειδιά πάνω στην πόρτα, να κοιμάσαι στην αυλή, να μιλάς σ’ όλο τον κόσμο. Ήταν μια μοναδική εμπειρία. Στο νησί οι μέρες ήταν τεράστιες. Σε αντίθεση με την Αθήνα όπου τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Στην Αθήνα μια βδομάδα είναι όπως μια ώρα στη Χίο.
Συστήνεσαι ως τραγουδιστής αλλά είσαι και επιχειρηματίας. Έχεις δημιουργήσει μ’ έναν συνεργάτη σου τη δική σου δισκογραφική εταιρεία. Πιστεύεις ότι συνδυάζονται εύκολα αυτές οι δύο ιδιότητες, του καλλιτέχνη και του επιχειρηματία;
Δεν ξέρω… Για να είμαι ειλικρινής νομίζω ότι μπερδεύονται αυτά τα δύο μεταξύ τους. Μπήκα σ’ αυτή τη διαδικασία γιατί ήθελα να κυκλοφορήσω τον πρώτο μου δίσκο. Είχα κάνει κάποιες επαφές με μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες αλλά δεν βγήκε κάτι. Αποφάσισα λοιπόν να το κάνω μόνος μου. Επειδή είμαι και ξεροκέφαλος και ονειροπόλος, πιστεύω ότι μπορώ να καταφέρω πολλά πράγματα. Νιώθω ότι το να είσαι τριάντα χρόνων και να κάνεις μόνο κριτική, να είσαι με το δάχτυλο και να λες “εσείς η γενιά του πολυτεχνείου τα κάνατε έτσι”, δεν οδηγεί πουθενά. Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η προσπάθεια. Αποφάσισα να βοηθήσω όσο μπορώ νέα παιδιά, συνομήλικούς μου οι οποίοι έχουν πραγματικά κάτι να πουν. Αυτό είναι η Phonogram. Και χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί έχουν βγει έξι δουλειές από νέα παιδιά οι οποίοι είναι εξαιρετικοί άνθρωποι και εξαιρετικοί καλλιτέχνες.
Μιλώντας για νέους καλλιτέχνες, θεωρείς ότι διακρίνονται ήδη οι επιρροές της κρίσης στην τέχνη που παράγεται σήμερα;
Σίγουρα. Οι επιρροές της κρίσης διακρίνονται όχι μόνο στην τέχνη, διακρίνονται παντού. Βλέπω ότι πολλοί άνθρωποι, επειδή πέρασαν και περνούν πολύ δύσκολα, παράτησαν την δουλειά που έκαναν τόσα χρόνια και πήραν την απόφαση να ασχοληθούν με αυτό που πραγματικά αγαπούν. Έτσι είναι και όσοι ασχολούνται με τη μουσική. Αυτή την περίοδο, είτε παίζεις κάποιο όργανο, είτε είσαι τραγουδιστής, είτε συνθέτης, είτε στιχουργός, δεν έχεις κανένα κέρδος από αυτό. Αναφέρομαι στο χρηματικό κέρδος βέβαια. Ψυχικά νομίζω είναι τεράστιο το κέρδος. Ο κόσμος που έρχεται να σε ακούσει είναι πλέον πολύ συνειδητοποιημένος. Ξέρει γιατί έρχεται. Παλιά μπορεί να έπαιζες σε μια αίθουσα με χίλια άτομα και μπορεί να συζητούσαν όλοι και να μην έδιναν καμία προσοχή στη μουσική. Σήμερα το κάνουμε με την ψυχή μας κι αυτό είναι σημαντικό. Είναι η βάση για να ξεκινήσουμε πάλι από την αρχή.
Ελπίζεις λοιπόν ότι τα επόμενα χρόνια τα πράγματα θα αλλάξουν, ο κόσμος θα γίνει καλύτερος;
Νομίζω ότι θα ξαναβάλουμε τις βάσεις από την αρχή. Η ματαιοδοξία που υπήρχε τα προηγούμενα χρόνια, τότε που το χρήμα -τουλάχιστον το πλαστικό- έρεε, έχει σταματήσει. Έχουμε αρχίσει να επικοινωνούμε ξανά. Να λέμε καλημέρα και να το εννοούμε πραγματικά. Αυτό σημαίνει ότι θα ξαναγίνουμε μια παρέα, θα είμαστε ευτυχισμένοι γιατί θα είμαστε στο σπίτι, θα πίνουμε μια ρακή, θα τρώμε δυο ελίτσες και ένα παξιμάδι και θα νιώσουμε ξανά ότι αυτό είναι το νόημα της ζωής. Δηλαδή οι σχέσεις. Οι αληθινές σχέσεις, είτε είναι φιλικές, είτε είναι ερωτικές.
Από τις ώρες που περνάς μόνος σου με την κιθάρα σου, μέχρι τις ηχογραφήσεις στο στούντιο και τις συναυλίες μπροστά σε χιλιάδες κόσμου, ποιες είναι οι στιγμές που περνάει πραγματικά καλά ο Αλέξανδρος;
Θα έλεγα ότι περνάω καλά σε όλες αυτές τις στιγμές. Είναι μαγικό αυτό που ζω. Για μένα ήταν ένα παιδικό όνειρο να είμαι σε ένα βανάκι με όλη την μπάντα, και να ταξιδεύουμε σ’ όλη την Ελλάδα. Το καλοκαίρι κάναμε δεκαεφτά συναυλίες, γνωρίσαμε καινούργιους ανθρώπους, τραγουδήσαμε, τραγούδησε κι ο κόσμος μαζί μας. Ήταν πολύ όμορφα. Αλλά και όταν πιάνω την κιθάρα να παίξω κάτι, όταν κάνουμε πρόβα, όταν διαβάζω τους στίχους που μου δίνουν οι φίλοι…Είμαι πολύ χαρούμενος. Νιώθω ότι είμαι ευλογημένος.
Όταν είσαι μόνος στο σπίτι τι μουσική βάζεις να ακούσεις;
Αυτή την περίοδο ακούω κυρίως πράγματα από το εξωτερικό. Παραδοσιακά ακούσματα από τη Σκωτία, από την πρώην Σοβιετική Ένωση… Γενικά ψάχνω να βρω νέα συγκροτήματα. Θα ήθελα κι εγώ να αλλάξω τον ήχο μου, να φτιάξω κάτι που να είναι πιο ελληνικό, πιο παραδοσιακό, να μυρίζει χώμα. Αυτό βέβαια είναι πάρα πολύ δύσκολο και θα πάρει καιρό. Αλλά θα το παλέψω για να φτιάξω κάτι που να με εκφράζει. Είμαι μονίμως σε μια αναζήτηση για να προχωρήσω, να κάνω κάτι καινούργιο. Και νομίζω ότι είναι και λογικό. Άλλα πράγματα μας αρέσουν στα 18, άλλα στα 25, άλλα στα 30 και ούτω καθεξής. Μεταλλάσσομαι, θα έλεγα, και ψάχνω κι εγώ να βρω το δρόμο μου.
Τι θα ακούσουμε λοιπόν στην “Οδύσσεια”;
Βασικά είναι η πρώτη φορά που θα βγούμε να παίξουμε με το μικρό σχήμα, δηλαδή μια κιθάρα (του Νίκου Τερζάκη που παίζει και λαούτο) και μια λύρα (του Λευτέρη Ανδριώτη). Θα παίζω κι εγώ κιθάρα βέβαια. Θα είναι ένα πρόγραμμα που θα το χαρακτήριζα έντεχνο-παραδοσιακό. Είναι κάτι που με εκφράζει απόλυτα και είμαι ανυπόμονος να δω πως θα πάει. Η λύρα είναι ένα αγαπημένο μου όργανο κι ας μην έχει πολύ σχέση με τη Χίο.
Διακρίνω έναν έρωτα με την Κρήτη, με τη λύρα, το λαούτο, τη ρακή…
Ναι, ναι. Καμία φορά λέω ότι αν δεν ήμουν Χιώτης, θα ήμουν Κρητικός. Βέβαια είμαι πολύ περήφανος που είμαι Χιώτης και δεν προσπαθώ να το παίξω Κρητικός αλλά αγαπώ πολύ την Κρήτη και τα παραδοσιακά της κομμάτια. Δεν σου κρύβω ότι προσπαθούσα κάποια στιγμή να βρω και παραδοσιακά κομμάτια δικά μας αλλά παλιά κομμάτια που να μην είναι γνωστά στο κοινό. Και σκέφτομαι μελλοντικά να κάνω μια τέτοια δουλειά με τα παραδοσιακά του νησιού μας…
Εκτός από τις ζωντανές εμφανίσεις σου ανά την Ελλάδα, έχεις άλλα σχέδια για τη φετινή χρονιά;
Ελπίζω προς το τέλος του ’14 να ξεκινήσουμε να γράφουμε τον δεύτερο δίσκο. Επίσης έχω πολλά σχέδια για την δισκογραφική εταιρεία. Αυτή την περίοδο υπάρχει ένα πολύ μεγάλο κενό και στο θέμα της οργάνωσης και της διακίνησης, σε όλους τους τομείς. Πιστεύω ότι φέτος η Phonograph μπορεί να ανοίξει τα φτερά της, να βοηθήσει κι άλλο κόσμο και να πετύχει τους στόχους της. Γιατί μέχρι σήμερα ότι στόχους έχω βάλει για αυτή την εταιρεία τους έχω πετύχει και χαίρομαι ιδιαίτερα για αυτό.
Υπάρχει κάτι που υποσχέθηκες να αλλάξεις στον εαυτό σου το 2014;
Το ίδιο που υποσχέθηκα και το ’13 και το ’12 και όλα τα χρόνια. Προσπαθώ να είμαι λίγο πιο συνειδητός και λίγο πιο συνειδητοποιημένος. Κάνω αυστηρή κριτική στον εαυτό μου. Νιώθω ότι για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα έχουμε όλοι ένα μερίδιο ευθύνης χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι όλοι μαζί τα φάγαμε. Θα πρέπει όμως ο καθένας μας να κάνει την αυτοκριτική του, να είναι αληθινός και σοβαρός απέναντι στον εαυτό του και τους συνανθρώπους του.
Θα ήθελες να μας αποχαιρετίσεις με κάποιο αγαπημένο τραγούδι;
Θα διαλέξω το “Πως να σωπάσω μέσα μου” του Σταύρου Ξαρχάκου, ένα κομμάτι που είπαμε μαζί με τον Θανάση τον Πέτσα σε μια μουσική σκηνή πριν από περίπου δύο χρόνια. Για μένα ήταν κάτι συγκλονιστικό. Οι στίχοι ενδιάμεσα είναι του Τάσου Λειβαδίτη. Είναι ένα πολύ δυνατό κομμάτι και πιστεύω ότι είναι επίκαιρο όσο ποτέ.