του Κώστα Βαττέ
Η κοινωνική οικονομία ή τρίτος τομέας όπως αποκαλείται διαφορετικά, αποτελεί μια εναλλακτική λύση ανάπτυξης της οικονομίας και της κοινωνίας. Ο τομέας αναφέρεται σε εκείνο το τμήμα των επιχειρήσεων και οργανισμών που δεν ανήκουν στο δημόσιο, και παράλληλα δεν έχουν ως βασικό ή μοναδικό σκοπό τους τη μεγιστοποίηση του κέρδους τους. Η κοινωνική οικονομία είναι συνδεδεμένη ιστορικά στην Ευρώπη, κυρίως με τους λαϊκούς συλλόγους και τους συνεταιρισμούς και επιπρόσθετα με φιλανθρωπικούς οργανισμούς.
Τα μέλη των κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων λειτουργούν αλληλέγγυα και δημοκρατικά, έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις, ενώ ακολουθούν ένα ιδιαίτερο καθεστώς ιδιοκτησίας και διανομής των κερδών. Χρησιμοποιούν, επιπλέον, τα πλεονάσματά τους για να μεγαλώσουν την οικονομική τους δραστηριότητα και για να βελτιώσουν τις υπηρεσίες που παρέχουν στην κοινωνία, αυξάνοντας τις θέσεις απασχόλησης, καλύπτοντας ανάγκες της κοινωνίας που δεν εξυπηρετούσε σε αρκετές περιπτώσεις ούτε ο ιδιωτικός, ούτε ο δημόσιος τομέας, υπηρετώντας ένα άλλο ήθος και διαχέοντας το αποτέλεσμα της παραγωγής σε πολλά κοινωνικά στρώματα. Με άλλα λόγια, προσλαμβάνουν μακροχρόνια ανέργους και άτομα από ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, αναβαθμίζουν υποβαθμισμένες περιοχές, χρηματοδοτούν επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν δανειοδοτούν οι συμβατικές τράπεζες και γενικότερα παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών που δεν παράγονται από το κράτος.
Ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας έχει σήμερα στην Ευρώπη ζωή μεγαλύτερη των δύο αιώνων. Κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης, η συνειδητοποίηση της κλιματικής αλλαγής – που παρατηρείται σε παγκόσμια κλίμακα εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας– και η μερική ευαισθητοποίηση στον τομέα αυτό, κυρίως από αρκετές δυτικές κοινωνίες, έχουν συμβάλλει στην δυναμική επιστροφή και ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας στην Ευρώπη.
Τμήμα των κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων δραστηριοποιείται σε τομείς που μπορούν να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη των κοινωνιών τους (παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας σε τοπικό επίπεδο, ανακύκλωση και κομποστοποίηση, κοινωνικά υποστηριζόμενη βιολογική γεωργία κ.α.)
Στον τομέα της ενέργειας υπάρχουν λαμπρά παραδείγματα ανάπτυξης κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων που επιτρέπουν την ηπιότερη χρήση των τοπικών πόρων και την βελτίωση της επιχειρηματικότητας σε τοπικό επίπεδο, την διάχυση της προστιθέμενης αξίας που δημιουργείται στη τοπική κοινωνία, τη δικαιότερη διανομή του κοινωνικού πλούτου και την επίτευξη κέρδους με έναν πιο ηθικό τρόπο. Στη προσπάθεια για βιώσιμη ανάπτυξη, κυριότερη είναι η συμβολή των συνεταιρισμών στην ευαισθητοποίηση των τοπικών κοινωνιών σε ζητήματα κατανάλωσης ενέργειας και στην αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, μέσω της μεταστροφής των πολιτών από τυπικούς παθητικούς καταναλωτές σε καταναλωτές-παραγωγούς.
Συνεταιρισμοί αιολικών πάρκων, μικρών υδροηλεκτρικών, φωτοβολταϊκών πάνελ σε στέγες, αναβάθμισης κτιρίων, συνεταιριστικές βιοτεχνίες παραγωγής βιομάζας είναι κάποιες από τις επιχειρήσεις του κοινωνικού τομέα που είτε μόνοι τους, είτε μαζί με την τοπική αυτοδιοίκηση και την μικρή ιδιωτική πρωτοβουλία έχουν καταφέρει να επιδράσουν θετικά στις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Οι επιχειρήσεις αυτές λειτουργούν κόντρα στη λογική ανάπτυξης των ιδιωτικών μονοπωλίων, των βιομηχανικών πάρκων ΑΠΕ και των οικονομιών κλίμακας, της υποβάθμισης, εξάντλησης και υφαρπαγής των τοπικών πόρων. Αντίθετα, επιτρέπουν τη μετάβαση σε ηπιότερα τεχνολογικά και ενεργειακά περιβάλλοντα, συμβάλλοντας προς τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των νησιών Samsoe στη Δανία και Gotland στην Σουηδία, στα οποία οι κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις και τοπικοί αγροτικοί συνεταιρισμοί συμμετέχουν σε πλήθος έργων που σκοπό έχουν την ενεργειακή αυτάρκεια και τη μετάβαση των νησιών σε ένα περιβάλλον απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Αντίστοιχα, στην περίπτωση της Γερμανίας υπάρχουν σήμερα περίπου 2.000.000 άνθρωποι που συμμετέχουν σε συνεταιρισμούς που παράγουν ενέργεια από φωτοβολταϊκά σε στέγες ή από μικρά αιολικά πάρκα.
Στην Ελλάδα της κρίσης, οι κοινωνικές επιχειρήσεις έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, σε μικρό βαθμό, παρά το περιοριστικό θεσμικό πλαίσιο και την μη διάθεση των κυβερνήσεων να ενισχύσουν και να συμβάλλουν στην ανάπτυξη του τομέα. Η πρόσφατη δεύτερη ημερίδα ανοιχτής διαβούλευσης για την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου, που έγινε στον Κεραμεικό και οργανώθηκε από το Υπουργείο Εργασίας, είχε ως σκοπό την ενίσχυση της κοινωνικής οικονομίας και έδειξε – τουλάχιστον σε ένα θεωρητικό επίπεδο – ότι το κράτος αντιλαμβάνεται τη σημασία της κοινωνικής οικονομίας και των κοινωνικών επιχειρήσεων για την βελτίωση της τοπικής επιχειρηματικότητας και τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Ας ελπίσουμε οι κυβερνητικές προθέσεις να μην μείνουν στα λόγια, και επιπρόσθετα η τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά και ευρύτερη η χιώτική κοινωνία να επιδιώξει και να αναλάβει πρωτοβουλίες σαν αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω, συμβάλλοντας στην βιώσιμη ανάπτυξη του νησιού.