της Δέσποινας Τσαρδάκα
Το όνομα του Αντωνίου Στεφάνου άκουσα για πρώτη φορά όταν φοιτούσα στο Πανεπιστήμιο και τα καλοκαίρια εκείνων των χρόνων επισκεπτόμουν το Αρχαιολογικό Μουσείο για τις πανεπιστημιακές μου εργασίες. Δυστυχώς τον ίδιο δεν πρόφτασα ποτέ να συναντήσω, γεγονός που θεωρώ αληθινή απώλεια. Όλα αυτά τα χρόνια που εργάζομαι στο Μουσείο της Χίου νιώθω την αύρα του παρούσα σε κάθε γωνιά. Στο ξύλινο γραφείο του, στην παλιά γραφομηχανή, στα βιβλία καταγραφής αρχαίων με τα εξαιρετικά σχέδια και τον άρτιο και επιστημονικά τεκμηριωμένο τρόπο καταγραφής των κάθε είδους κινητών αρχαίων μνημείων, στα τετράδια σημειώσεών του… Κι ακόμα σ’ όλα εκείνα τα αντικείμενα που εκείνος είχε φροντίσει με τόσο κόπο και αγάπη να περισυλλέξει.
Μέχρι το 1949 η συλλογή του Μουσείου που στεγαζόταν στο Τζαμί αποτελείτο από 666 αντικείμενα προερχόμενα από περισυλλογές του Γεωργίου Ζολώτα και του Χρήστου Σαρικάκη, από τις ανασκαφές του Κουρουνιώτη στα Φανά, του Κοντολέοντος στο Ριζάρι, του Ορλάνδου στον Αγ. Ισίδωρο και της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στο Εμποριό, το Δελφίνι, τον Κοφινά, το Παλαιόκαστρο και το Πυργί. Ο Αντώνιος Στεφάνου από το 1950 και μέχρι το τέλος της θητείας του ως έκτακτος επιμελητής αρχαιοτήτων κατέγραψε σε δύο καταλόγους 4.125 αντικείμενα, τα περισσότερα από τα οποία με δικές του προσπάθειες είχαν μεταφερθεί στο Μουσείο. Στους καταλόγους αυτούς καταγράφει αδιάκριτα αρχαία, βυζαντινά και μεταβυζαντινά ευρήματα, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη είχε την ευθύνη για τη διάσωση και προστασία του συνόλου των μνημείων του νησιού.
Παράλληλα διατρέχει τόσο την πόλη, όσο και την ύπαιθρο χώρα, συλλέγοντας αρχαίες επιγραφές, αρχιτεκτονικά μέλη, αρχαία αγάλματα και επιτύμβιες στήλες, αγγεία και κάθε λογής αντικείμενα, άλλα εντοιχισμένα σε νεώτερα κτίσματα, μαντρότοιχους, άλλα ξεχασμένα στη γωνιά ενός αυλόγυρου να έχουν πάρει άλλη χρήση, άλλα στα χέρια ντόπιων που εμπνεόμενοι ίσως από το πάθος του για τη διάσωσή τους τα παρέδωσαν και φιλοξενούνται στη σημερινή έκθεση, στους αύλειους χώρους και στις αποθήκες του Μουσείου.
Οι παλαιότεροι θυμούνται το Στεφάνου παρόντα σε κάθε εκσκαφή που γινόταν στην πόλη και έπεφτε στην αντίληψή του, να δίνει μάχη για να διασώσει τα τυχόν ευρήματα που έρχονταν στο φως, μια και το νομικό καθεστώς για την προστασία των αρχαίων ήταν ανύπαρκτο. Δεν είναι λίγες οι μαρτυρίες αυτών που λένε ότι δε δίσταζε να επιβαρύνει το πενιχρό του βαλάντιο, πληρώνοντας εργολάβους για να του παραδώσουν αρχαία αντί να τα καταστρέψουν, αλλά και ανταμοίβοντας με χαρτζιλίκι μαθητές του, που ψάχνοντας στα χώματα εκσκαφών, του παρέδιδαν όστρακα ή νομίσματα. Όργωνε κυριολεκτικά το νησί πεζός, διανύοντας τεράστιες χιλιομετρικές αποστάσεις, συχνά και σε δύσβατες περιοχές, προκειμένου να δει από κοντά αρχαίες θέσεις που ανέφεραν παλαιότεροι ερευνητές και ιδιαίτερα ο Γεώργιος Ζολώτας ή να επιβεβαιώσει πληροφορίες απλών ανθρώπων, που γνωρίζοντας την «τρέλα» του, έσπευδαν να του μιλήσουν για μια «γραμμένη πέτρα» ή για «κεραμιδάκια» σκορπισμένα σε κάποια περιοχή.
Γνωρίζοντας ότι η πραγματική προστασία και διάσωση των αρχαιοτήτων επιτυγχάνεται μόνο με τη δημοσίευσή τους, ώστε να γίνουν γνωστά τόσο στον επιστημονικό κόσμο, όσο και στο ευρύ κοινό, με άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής ενημέρωνε για τα παλαιά και νέα ευρήματα και τις αρχαιολογικές ανασκαφές στο νησί, για τις εργασίες στερέωσης των μνημείων, δημοσίευε μελέτες για διάφορα θέματα¹. Κανένας άλλος μελετητής της χιακής αρχαιολογίας μέχρι σήμερα δεν έχει στο ενεργητικό του τόσες δημοσιεύσεις, όσες ο Αντώνιος Στεφάνου. Οι περισσότερες από αυτές στόχο έχουν ως επί το πλείστον να κάνουν κοινό κτήμα τη γνώση για την ιστορία του νησιού και να ευαισθητοποιήσουν την τοπική κοινωνία για την ανάγκη διάσωσης των μνημείων. Οι δημοσιεύσεις του Στεφάνου για επιγραφές, ανάγλυφες στήλες, επιτύμβια κλπ. που λόγω της θέσης τους ή του όγκου τους δε μπόρεσε να μεταφέρει, μας δίνουν σημαντικές πληροφορίες και προσφέρουν σήμερα τη δυνατότητα για εντοπισμό, φωτογράφηση – αποτύπωση και όταν είναι εφικτό, περισυλλογή και μεταφορά τους στο Μουσείο, ώστε να φυλαχθούν με ασφάλεια. Όλη του η εργασία, τόσο η ανασκαφική και αναστηλωτική, όσο και η συγγραφική, χαρακτηρίζονται από άρτια επιστημονική κατάρτιση, εξαιρετική γνώση του εκάστοτε αντικειμένου και υψηλό αίσθημα ευθύνης για το έργο που επιτελούσε. Όσοι τον γνώρισαν, μιλούν για το επιστημονικό ήθος και τη σεμνότητά του. Παρά τη μεγάλη προσφορά του αισθανόταν ότι ποτέ δεν ήταν αρκετές οι προσπάθειές του, αγωνιούσε και αγωνιζόταν καθημερινά κόντρα σε συμφέροντα οικονομικά και πολιτικά. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στη βιογραφία του ο Γρηγόρης Σπανός, ο Στεφάνου «πολέμησε την αμάθεια των αγραμμάτων, καυτηρίασε όμως ταυτόχρονα και την αδιαφορία των μορφωμένων».
Μεγάλος αριθμός εγγράφων, πλήθος αναφορών του ιδίου, ιδιόχειρα σημειώματα, πρωτόκολλα παράδοσης και κατάσχεσης αρχαίων, η αλληλογραφία του με τον Έφορο Αρχαιοτήτων Χαριτωνίδη και τους διευθυντές των ανασκαφών της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής, οικονομικά στοιχεία για τις πραγματοποιηθείσες εργασίες στερέωσης μνημείων και άλλα πολλά έχουν μέχρι στιγμής ψηφιοποιηθεί, αποτελώντας πολύτιμα τεκμήρια για τη μελέτη μιας ολόκληρης εποχής.
Σε μια εποχή που η αρχαιολογική υπηρεσία στην ουσία ήταν ανύπαρκτη, που το μόνο μέσον για την προστασία των αρχαιοτήτων ήταν η φιλοτιμία λιγοστών ανθρώπων, χωρίς μέσα, χωρίς προσωπικό, χωρίς υπηρεσιακό όχημα, με τη βοήθεια και συμπαράσταση λιγοστών συνεργατών, με απαράμιλλο πατριωτισμό και αυτοθυσία ο Στεφάνου κατάφερε να ταυτίσει το όνομά του με τη διάσωση, τεκμηρίωση, μελέτη και δημοσίευση πλήθους αρχαιοτήτων. Και δε ήταν υπερβολή να πούμε ότι χωρίς τη δική του συμβολή πολλά μνημεία θα είχαν χαθεί στη λήθη. Κατάφερε ακόμα να μεταλαμπαδεύσει την αγάπη του αυτή στα πρόσωπα που στενά συνδέθηκαν μαζί του και κυρίως στην οικογένειά του, τα παιδιά του και τα εγγόνια του. Δε θα ξεχάσω τα υγρά από συγκίνηση μάτια του αρχαιοφύλακα Χρήστου Χουζούρη, στενού συνεργάτη του Στεφάνου, όταν μιλούσε για κείνα τα χρόνια. Ο κυρ Χρήστος, ο οποίος πριν δύο μήνες περίπου μας άφησε για «τη γειτονιά των αγγέλων», είχε κουβαλήσει κυριολεκτικά στην πλάτη του μεγάλο αριθμό λίθων από διάφορα μέρη του νησιού για να τα μεταφέρει στο Τζαμί.
Όσα και αν πει κανείς για το έργο του Στεφάνου δε θα είναι αρκετά. Νομίζω πως η μεγαλύτερη τιμή που μπορούμε να αποδώσουμε στη μνήμη του είναι η προσπάθειά μας να διαφυλάξουμε όλα εκείνα για τα οποία αγωνίστηκε και να συνεχίσουμε το έργο του με την ίδια αγάπη, τον ίδιο ενθουσιασμό, την ίδια σεμνότητα.
¹ Γρηγόρης Σπανός , Αντώνιος Π. Στεφάνου, Η ζωή και το έργο του, Χίος 1994.
Συζήτηση2 Σχόλια
Κυρια Τσαρδακα, τον υμιεργο κουρο που βρεθηκε στην Χιο πριν 10 χρονια, πότε τον δουν στο μουσειο τα ματια του – διψασμένου για ιστορια, χιακού λαού..? Ευχαριστώ.
Αγαπητή μου Δέσποινα,
Αρχικά σε συγχαίρω για την πρωτοβουλία σου να θυμηθείς ένα σπουδαίο χιώτη και επιστήμονα, τον Αντώνη Στεφάνου. Πέρα απο την προσφορά του που πολύ εύστοχα σκιαγράφησες, επίτρεψέ μου συμπληρωματικά να αναφέρω.και μιά άλλη πτυχή της παρουσίας του: Τις σφοδρές αντιδράσεις που συχνά εισέπραξε ο ίδιος και κάποιες φορές η οικογένειά του, κατα την άσκηση του έργου του. Αγροίκοι και απαίδευτοι άνθρωποι συχνά του επιτέθηκαν, όχι μονο φραστικά, όταν θεώρησαν πως βλάπτονται τα συμφέροντά τους. Για παράδειγμα, κάποτε καθυστερούσε η ηλεκτροδότηση κάποιου χωριού της νότιας Χίου, γιατι ο Στεφάνου υποστήριζε πως οι καλωδίωση θα έπρεπε να είναι υπόγεια, για να μην βλάπτεται οπτικά το χρώμα του χωριού. Οι κάτοικοι λοιπόν επέδραμαν διαμαρτυρόμενοι κατά του Στεφάνου και αγανακτησμένοι, λιθοβόλησαν το σπίτι του. Πολλά τα ανάλογα περιστατικά, που δείχνουν έναν ακέραιο άνθρωπο, με την αίσθηση του χρέους πάνω απ’ όλα, στον οποίο ωφείλουμε, σε μεγάλο βαθμό, την διάσωση και τεκμηρίωση της ιστορικής μας μνήμης.
Έχω δε την αίσθηση, ότι προς στον Αντώνη Στεφάνου, όπως και απένατι σε τόσους άλλους, η Χίος ελάχιστα έχει αποδώσει την τιμή που τους πρέπει.