Tο γράμμα σου με σύγχισε, Γιώργη, με στεναχώρεσε

0

Πολυαγαπημένε μου αδερφέ Γιώργη, ίντα κάμεις; Ε σου ‘πα να μαζεύετε τα φράγκα σας εκειδά; Λίγες σοκολάτες εζήτησα και τα Τζίγκο μπιλόμπα γιατί ξεχαλικώ, το λαστέξ πως το στείλατε; Το ξέρω πως επάχυνα, μα βρε γιε μου θαρρείς πως είμαι ακόμα νιά; Οι πισινοί  δεν κρύβονται όσα λαστέξ κι αν φορώ, αφού επήρα το σουσούμι από τη μάνα  και τη προγιαγιά μας τη Στεγιανή, όσο και να τους κοπανώ κάτω, όσα λαστέξ και να φορώ ίδιοι θα ‘ναι, σήμα του σογιού μας.

Κάμνετε κι εσείς ευτή τη μαύρη Παρασκευή; Γιατί είχαμε και στη Χίο, πανάγκασμα τους, εξεσηκώσανε σ’ όλη τη χώρα ευτές τις αμερικάνικες συνήθειες, γιατί ευτό μας έλειπε μονάχα οι μαύρες Παρασκευές κι οι λευκές νύχτες, τρέχουν όλοι να προλάβουνε τις γιαλατζί εκπτώσεις . Από τις αρχές του χρόνου, είπανε πως θα κάμουνε 24% το φπα, εκεί να δεις μαύρες μέρες. Κάνα ροβύθι να στείλεις, Γιώργη μου, κι άσε τα λαστέξ και τα μεσοφόρια.

 Άστα, άλλον επεριμέναμε κι άλλος μας ήφυε από το χωριό. Θα πικραθείς, το ξέρω, γιατί ήτανε άθρωπος καλός. Ο Μανώλης! 80 χρονώ, σε δέκα μέρες μέσα. Εμιλούσα με  το θείο το Σιδερή που έκλεισε τα 89, και του ’πα τα δυσάρεστα,  μα αυτός ήταν παιδί, είπε κι όσο κι αν ακούγεται αστείο αδερφέ μου εν είναι. Ο θάνατος δε μετριέται με την ηλικία, με την καλοσύνη πάει και τη χρήσιμη ζωή.

Το γράμμα σου με σύγχισε, Γιώργη, με στεναχώρεσε.  Άκου χρυσαυγήτικος πυρήνας Μόντρεαλ. Δηλαδή με ποιούς τα βάζουνε; Με τους Έλληνες, με τους Ινδιάνους, με τους άλλους μετανάστες; Ευτοί τι είναι, η άρια φυλή της Κολοπετινίτσας; Να μου το δείξεις όταν με το καλό έρθετε το βίντεο που ετράβηξες. Αυτή τη βδομάδα, ευτοί οι δικοί μας οι νταήδες δεν ερίξανε πέτρες στη Σούδα, όμως οι οικογένειες ακόμα φοβούνται.

Να πεις του αφεντικού σου πως εν εξενιτεύτηκες για να κοιτάς τη μούρη του κι αφού δουλεύεις νύχτα να σου τις πλερώνει τις υπερωρίες κανονικά και με το νόμο. Τι πα να πει πως είναι Έλληνας; Μπας και θαρρεί πως ο Καναδάς είναι Ελλάδα; 8 ευρώ την ώρα αδερφέ και νύχτα; Και σου το’λεγενε ο κύρης, να μάθεις μια τέχνη, θα καλοπληρωνόσουνα εκειδά τώρα. Ευτυχώς που σας δίνουνε κι επιδόματα για το παιδί. Αμα πιάσουνε τα χιόνια, την κουκούλα σου να φορείς και να βάζεις μπαμπάκι στ’ αυτιά, ήσουνε ευαίστητος  μικρός, όλο επόναγες και σου ‘βαζενε η μάνα ζεστό λαδάκι να σ’ ανακουφίσει.

Εδώ ο καιρός ακόμα είναι καλός, αύριο είπανε πως θα βρέξει κι είπα να μην πάω στις ελιές, να κάτσω να στρώσω κάνα κύλικα στο σπίτι. Επήρα έναν κάτη για συντροφιά και κρυώνει το ζωντανό. Θυμάσαι τη Ρόζα, την πρώτη γάτα που είχαμε και την επάτησε αυτοκίνητο, Ρόζα την λέω κι ετούτη κι ας είναι κατάμαυρη.

Προχτές, επέρασα από τη Φάρκαινα. Εν είχες παλιά μια φιλονάδα που έμενε σ’ ένα αρχοντόσπιτο; Τίποτα εν υπάρχει πια. Κρανίου τόπος, όλα γκρεμισμένα κι οι μπολντόζες σουλατσάρουνε. Κάτι θα κάνουνε, είπανε, για τ’ αεροβρόμιο. Λες κι ευτό φταίει που δεν έρχονται τουρίστες. Είχαμε ένα νησί που το καμαρώναμε και δημοτικές αρχές που το μισούσανε. Άμα δεν αγαπάς τον τόπο σου, εδωνά  ή για δήμαρχος πας ή για εργολάβος. Και τώρα, σε εποχές κρίσιμες, που ‘χουμε αθρώπους φιλοξενούμενους, πρόσφυγες και μετανάστες κανείς δεν ηξέρει πώς να το διαχειριστεί. Με αθρωπιά, τους φωνάζουμε, αλλά η λέξη ευτή δεν πιάνει. Ευρώπη, Τουρκία, κυβέρνηση, δήμαρχος, η πανχιακή επιτροπή, ακροδεξιοί  παίζουνε με τις ψυχές κατά πως συμφέρει τον καθένα.

Χαίρομαι που το παιδί έχει φίλους απ’ όλον τον κόσμο. Που έχουνε μάθει μια γλώσσα κοινή, για να μιλάνε αναμεταξύ τως  παιδιά από Μπαγκλαντές, Βραζιλία, Γκάνα, Αλβανία κι όλες τις χώρες που μου γράφεις. Γιατί, αδερφέ μου, τα παιδιά δεν κοιτούνε χρώμα, φυλή και θρησκεία, να παίζουνε θένε και να φτιάχνουνε φιλίες.

Εδώ θα σε αφήσω, επέρασεν η ώρα και κατουμίζω. Επήρα και μια τούμπα στο τσόλι στις ελιές και πονούνε λίγο τα πλευρά μου. Και για ‘δε μη με ξαναπάρεις τηλέφωνο μέσα στη νύχτα, τρομάζω, χύνω τα νερά, κουτουλώ στο σκρίνιο, σαν  τότε που έπαιρνε ο πατέρας από το καράβι και νυσταγμένα του λέγαμε μόνο ‘’έτοιμος’’. Διαφορά μεγάλη ας έχουν μόνο οι ώρες μας αδερφέ, φτάνει που οι καρδιές μας είναι κοντά.

Σας γλυκοφιλώ όλους σας,

Η αδερφή σου

ΥΓ. Θα σας κάμω κουρκουμπίνια να σας στείλω, τα θετε με άχνη;

Γελά και ξεγελά

Άφησε σχόλιο